humanact.gr

ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΑΓΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ - Κυβερνήσεις και αγορές

E-mail Εκτύπωση PDF
Ευρετήριο Άρθρου
ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΑΓΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ
Κυβερνήσεις και αγορές
Όλες οι Σελίδες


Οι πολιτικοί και οι κυβερνήσεις καλούνται να αντιμετωπίσουν μεγάλα διλήμματα και να επιλύσουν πολλές αντιφάσεις. Τα κοινωνικά στρώματα που είναι συνδεδεμένα με τους φθίνοντες κλάδους τους συστήματος έχουν ανάγκη από οικονομικές και κοινωνικές παροχές γιατί διαφορετικά θα σταματήσουν να ενισχύουν πολιτικά τις κυβερνήσεις με τη ψήφο τους. Οι κυβερνήσεις δημιουργούν ελλείμματα για να μη χάσουν την πολιτική υποστήριξη και αυτά χρηματοδοτούνται από τις διεθνείς αγορές οι οποίες τελικά θέτουν όρους υψηλής απόδοσης. Αν οι πολιτικοί δεν θέλουν ξένο δανεισμό δεν θα πρέπει να δημιουργούν ελλείμματα αλλά έτσι νομοτελειακά θα απολέσουν την εξουσία. Συνήθως στις περιφερειακές και αδύναμες χώρες οι δανειοδοτήσεις των ελλειμμάτων έχουν το χαρακτήρα καταναλωτικών δαπανών και μεταβιβαστικών πληρωμών και όχι παραγωγικών επενδύσεων οι οποίες απαιτούν ισχυρά θεσμικά δίκτυα και συστήματα παραγωγής υπεραξιών. Συστήματα δηλαδή που αν υπήρχαν διαθέσιμα δεν θα ήταν αναγκαίος ο εξωτερικός ή εσωτερικός δανεισμός.

Οι αγορές, δηλαδή οι πιστωτικές εταιρίες που κατέχουν τους κεφαλαιακούς πόρους των χρηματοδοτήσεων των κρατών, απαιτούν την πρόσδεση αυτών των τελευταίων σε ένα κονσένσους λειτουργιών που ουσιαστικά τους αφαιρεί την οικονομική και κατ’ επέκταση την πολιτική κυριαρχία. Φαινομενικά δεν είναι ούτε δεσποτικό ούτε απολυταρχικό το παγκόσμιο σύστημα των οικονομικών αποδόσεων. Κάθε κράτος προσφεύγει οικία βουλήσει στην «αυλή» των αγορών επιδεικνύοντας την προθυμία του να πληρώσει για τα λάθη που έπραξε στο παρελθόν. Ουσιαστικά όμως δημιουργεί τους όρους και τις κατάλληλες συνθήκες στο οικονομικό παίγνιο ώστε οι πιο ασθενείς χώρες να παραδίδουν εθνική κυριαρχία και οικονομικούς πόρους σε λίγα αναγνωρισμένα διεθνή κέντρα ισχύος για να αποφύγουν την ολοσχερή κατάρρευση.

Το Σίτυ του Λονδίνου, η Wall Street, το Χόγκ Κόνγκ, το Τόκιο, η Φρανκφούρτη τελευταία και η Σιγκαπούρη, διαθέτουν τόση ισχύ και τόσο μεγάλη κεφαλαιακή πυκνότητα ώστε οι κυβερνήσεις των χωρών τους να σπεύδουν πρόθυμες σε κάθε τους κέλευσμα, λογικό ή παράλογο.  Από την άλλη πλευρά οι περιφερειακές κυβερνήσεις προσπαθούν να υιοθετήσουν και να θεσπίσουν μεταρρυθμίσεις με τις οποίες θα οικοδομηθεί ένα ευνοϊκό ευέλικτο επενδυτικό περιβάλλον που θα προσελκύει κεφάλαια και θα εγγυάται για την ασφάλεια τους. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές αφορούν στην αγορά εργασίας όπου θα πρέπει να δεσπόζει η αρχή ότι αμείβεται καλά μόνο αυτός που βοηθά με τις γνωσιακές του δεξιότητες την επιχείρηση να παράξει υπεραξία, ενώ ο άλλος που προσφέρει τυποποιημένη εργασία θα αμείβεται με το κατώτερο μισθό ή θα παραμένει άνεργος, αφορούν οι μεταρρυθμίσεις στο μετριασμό των κρατικών ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων πάνω στους οικονομικούς πόρους και στην παραχώρηση τους στην ιδιωτική εκμετάλλευση και τέλος αφορούν στην νομική κατοχύρωση των αρχών ότι δεν υπάρχει πλέον δωρεάν γεύμα για κανέναν πλην των «φιλανθρωπικών γευμάτων» αφ’ ενός και αφ’ εταίρου ότι τα δρώντα οικονομικά υποκείμενα που συμμετέχουν ανεμπόδιστα στις αγορές γνωρίζουν καλύτερα από τους κρατικούς υπαλλήλους να προασπίσουν και να προωθήσουν τα συμφέροντα τους.

Αν εφαρμοσθούν οι αλλαγές αυτές και τροποποιηθούν τα παλιά συστήματα τότε οι κυβερνήσεις θα μπορούν να δανεισθούν με χαμηλό επιτόκιο και  να εκτελέσουν τα προγράμματα τους.

Στο επίπεδο των μετρήσιμων αποδόσεων οι μεταρρυθμίσεις οφείλουν να επιφέρουν τα εξής γενικά αποτελέσματα τα οποία θεωρούνται αποδεκτά και επιτυχή:

Η ανεργία δεν θα πρέπει να ξεπερνά το φυσικό της ποσοστό που υπολογίζεται γύρω από το 6-7%.

Ο πληθωρισμός δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το 2% ετησίως. Τα επιτόκια είναι πάντα συνδεδεμένα με την ποσότητα χρήματος που κυκλοφορεί καθώς και με το ύψος των τιμών.

Το προϊόν θα πρέπει να αυξάνει κάθε χρόνο πάνω από το 2% και να μοιράζεται στους οικονομικούς συντελεστές σύμφωνα όχι με τη κοινωνική αλλά την ατομική τους παραγωγικότητα.

Οι αμοιβές εργασίας δεν θα πρέπει να αυξάνονται γρηγορότερα από το ποσοστό κέρδους και την συνολική αποδοτικότητα.

Οι κρατικοί προϋπολογισμοί τέλος θα πρέπει αν δεν είναι ισοσκελισμένοι να διατηρούν ένα πολύ μικρό και ελεγχόμενο έλλειμμα που θα μπορεί να χρηματοδοτείται από τον εξωτερικό δανεισμό ο οποίος με τη σειρά του δεν θα πρέπει να ξεπερνά ένα συγκεκριμένο ποσοστό του ΑΕΠ, (60%).

Αν όλα τα παραπάνω συμβαίνουν τότε οι χώρες είναι αξιόχρεες και οι κυβερνήσεις τους αξιόπιστες.

Οφείλω δεν εδώ να σημειώσω ότι αυτές τις αποδόσεις τις επιτυγχάνουν ελάχιστες χώρες στον πλανήτη με αιματηρές θυσίες, όπως μέχρι πρότινος η Γερμανία, με υπέρ συγκέντρωση πλούτου και χαμηλή στάθμη κοινωνικής ευημερίας.

Η νέα εκδοχή του συστήματος προϋποθέτει τρία κριτήρια αποδοτικής οικονομικής συμπεριφοράς. Πρώτον, η γνώση των λειτουργιών του είναι πηγή πλούτου, δεύτερον, οι άνθρωποι που συμμετέχουν στις αγορές είναι ορθολογικά σκεπτόμενοι και δρώντες παραγωγικοί συντελεστές και τρίτον η απόλυτος διαφάνεια του συστήματος επιτρέπει στον καθένα να γίνει κάτοχος γενικών και ειδικών πληροφοριών που τον αφορούν.

Και τα τρία κριτήρια είναι ανυπόστατα και μοιάζουν περισσότερο με ιδεολογήματα και ιδιοτελείς προτροπές του χρηματοοικονομικού νεοφιλελευθερισμού παρά με αξωματικές σταθερές αρχές συστημικής λειτουργίας ενός κοινωνικού συστήματος. Και τούτο γιατί πρώτον: δεν υπάρχουν σταθερές λειτουργίες ώστε να γνωσθούν και να αποτελέσουν επιστημονικό εξοπλισμό θετικών οικονομικών δράσεων. Υπάρχουν πιθανοφανή ενδεχόμενα η πραγματοποίηση των οποίων στηρίζεται σε ένα πλέγμα απρόβλεπτων αλληλεπιδράσεων. Οι παράγοντες που επηρεάζουν τις εμφανιζόμενες εξελίξεις είναι τόσοι πολλοί που κανείς δεν νιώθει σίγουρος για τις προβλέψεις του. Έτσι το γεγονός έχει μετατραπεί σε προσδοκία γεγονότος. Το τυχαίο εκτοπίζει το αναγκαίο.

Δεύτερον, όλοι οι άνθρωποι δεν είναι ορθολογικοί με την έννοια της επιδίωξης νομισματικού κέρδους. Οι κλίμακες αξιών διαφέρουν από λαό σε λαό ή από εθνότητα σε εθνότητα. Δεν είναι ανάγκη να αναλύσω τη φράση. Για πολλούς, η τιμή, η ηθική και η αξιοπρέπεια είναι υπέρτερα αγαθά από την με κάθε μέσο απόκτηση χρήματος.  Τρίτον, το σύστημα δεν είναι απολύτως διαφανές και άνευ τριβών όπως διατείνονται οι εκπρόσωποι του. Υπάρχουν κλειστά συστήματα κυκλοφορίας των πληροφοριών, λόμπις  και μηχανισμοί αλλοίωσης και αντιπληροφόρησης.

Όλα τα παραπάνω συνιστούν την σύγχρονη πραγματικότητα. Τα παράγωγα ζεύγη των αντιθέσεων: πλούτου / φτώχειας, τεχνολογική – επιστημονική πρόοδος / καθυστέρηση, ανάπτυξη / υπανάπτυξη, υγεία / ασθένεια, περιβαλλοντική ορθότητα / εξάντληση πόρων, κλπ, βρίσκονται σε μεγαλύτερη ένταση από ποτέ άλλοτε.

Ωστόσο πολλές χώρες της υπανάπτυκτης ζώνης του πλανήτη, κατάφεραν με τις ευκαιρίες που προσφέρει η νέα διαμόρφωση του συστήματος, να περάσουν στην άλλη όχθη. Οι BRICS, για παράδειγμα, η Γκάνα στην Αφρική, η Χιλή στην Λ. Αμερική, το Καζακστάν και Ουζμπεκιστάν στην Κ. Ασία, η Ινδονησία και η Ν. Ζηλανδία, και άλλες χώρες, εφαρμόζοντας το μέρος ή το όλον των μεταρρυθμίσεων, κατάφεραν να προσελκύσουν διεθνή κεφάλαια, αλλά δυστυχώς συνέβη μια «απρόβλεπτη» εξέλιξη. Μια «αναπάντεχη» τροπή. Εκείνοι που ωφελήθηκαν σ’ αυτές τις χώρες ήταν ένα μικρό κοινωνικό στρώμα που συνδέθηκε με την διεθνή αγορά. Οι πλειοψηφίες των πληθυσμών κατέβηκαν σε ακόμα χαμηλότερα επίπεδα στη κλίμακα της φτώχειας.

Συμμετέχοντας στις διαδικασίες της διεθνούς αγοράς η Κίνα αύξησε το ΑΕΠ κατά 164% από το 2003 έως το 2013. Η Ινδία κατά 100% ενώ η Βραζηλία, η Ν. Αφρική και η Ρωσία κατά 45%. Οι επιδόσεις αυτές είχαν και έχουν τεράστια σημασία για τη Δύση. Ενισχύουν τη παραγωγή τους και δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας. Για παράδειγμα το ένα από τα δύο αυτοκίνητα που πουλά η αμερικανική GM είναι στη Κίνα. Οι αμερικανικοί τίτλοι ιδιοκτησίας που κατέχει η Κίνα πλησιάζουν το ένα τρις δολάρια ενώ τα συναλλαγματικά της διαθέσιμα κατά 70% είναι σε δολάρια. Αυτού του είδους της διεθνούς αλληλεξάρτησης που επέφερε η νέα οικονομική διάρθρωση θεωρείται από τα θετικά της στοιχεία και θα πρέπει να διαφυλαχθεί. Το tapering όμως, δηλαδή ο περιορισμός της χαλάρωσης που επιχειρεί η Αμερική για να ελέγξει την οικονομική της πορεία, θα μπορούσε να βλάψει την ανάπτυξη των BRICS, με δυσμενείς επιπτώσεις γενικά για τη Δύση.

Όλα αυτά μαρτυρούν ότι ολόκληρος ο κόσμος στηρίζεται πάνω σε σχέσεις αλληλεξάρτησης των χωρών και πως δεν υπάρχουν πλέον εθνικά και απαραβίαστα τείχη όπου θα μπορούσε να νιώσει κανείς ασφαλής. Στη προοπτική αυτό σημαίνει πως κάθε χώρα οφείλει να μεριμνά για την εξόντωση των αρνητικών καταστάσεων σε κάθε άλλη και το αντίθετο.

Υπάρχουν τρεις κατηγορίες ανθρώπων που εμπλέκονται με την νέα καπιταλιστική διαμόρφωση. Οι απαθείς, οι υποστηρικτές της και οι πολέμιοι της. Και οι τρεις ομάδες είτε είναι πολιτικοί είτε αναλυτές είτε οργανωμένες αθροίσεις πολιτών έχουν πάρει λάθος στάση κατά τη γνώμη μου. Εκείνο που χρειάζεται είναι να εξεταστούν και να αναλυθούν οι παράμετρες του νέου κοινωνικοοικονομικού πλάσματος και να απομακρυνθούν τα επιζήμια στοιχεία του ενώ τα ωφέλιμα να διατηρηθούν. Δεδομένου ότι δεν υπάρχει ούτε στην μακροπρόθεσμη προοπτική κανένα άλλο σύστημα δίπλα στον αδύναμο άνθρωπο, δεδομένου ότι το υπάρχον είναι το σύστημα των δυνατών, θα πρέπει αυτό το τελευταίο να «εξανθρωπιστεί» και να λειάνει τις κόψεις του ώστε να αποβεί ωφέλιμο για το σύνολο και όχι για το μικρό μέρος της κοινωνίας των ανθρώπων.

Ήδη ακούω πολλούς να αποκρούουν αυτή τη τελευταία ιδέα πιστεύοντας ότι το σύστημα δεν επιδέχεται ρεφορμιστικές βελτιώσεις. Θα πρέπει να καταρριφθεί. Και όμως όλα μπορούν να δεχθούν βελτιώσεις μέσα από τις οποίες θα προκύψουν νέες πολιτικές διαμορφώσεις πιο σύνθετες και ποικίλες με συνείδηση λεπτότητας και ανθρωπισμού, σε αντίθεση με την χοντροκομμένη δυσμορφία και την αξιακή μονοθεματικότητα του χρήματος που προβάλλεται σήμερα.

Θάνος Πεδινός



Dedicated Cloud Hosting for your business with Joomla ready to go. Launch your online home with CloudAccess.net.