humanact.gr

Η ΚΡΙΣΗ ΣΤΗΝ ΑΣΙΑ

E-mail Εκτύπωση PDF
Αξιολόγηση Χρήστη: / 3
ΧείριστοΆριστο 
Ευρετήριο Άρθρου
Η ΚΡΙΣΗ ΣΤΗΝ ΑΣΙΑ
Η ΚΡΙΣΗ ΣΤΟ ΜΕΞΙΚΟ
Όλες οι Σελίδες

                                                         Η  ΚΡΙΣΗ ΣΤΗΝ ΑΣΙΑ 

 

Προς τα τέλη της δεκαετίας του ’90 και ενώ οι περισσότερες χώρες του κόσμου βρισκόταν σε μεταβατικές φάσεις εξέλιξης, μια νέα οικονομική κρίση ξέσπασε στη νοτιοανατολική Ασία. Η αρχή έγινε από την Ταϋλάνδη και ακολούθησαν η Ν. Κορέα, η Ινδονησία και η Μαλαισία. Η Ιαπωνία βρισκόταν ήδη σε παρατεταμένη ύφεση για αρκετά χρόνια διαψεύδοντας τις προσδοκίες που εξύφανε για ανάδειξη της σε ηγεμονική δύναμη.

 Λίγο αργότερα η κρίση επεκτάθηκε και προς τα βόρεια πλήττοντας την ήδη ετοιμόρροπη οικονομία της Ρωσικής Ομοσπονδίας.  Κατόπιν πέρασε ωκεανούς και θάλασσες και έπληξε  μεγάλες χώρες της Λατινικής Αμερικής όπως η Βραζιλία και η Αργεντινή.

Οικονομολόγοι, αναλυτές και δημοσιογράφοι, είδαν τις κρίσεις σαν μια ανέλπιστη ευκαιρία για να επαληθεύσουν τις θεωρίες τους με την εμπειρία και να αποδυθούν σε ατέλειωτες αναλύσεις ερμηνείας εκ των υστέρων. Άλλοι είδαν τις κρίσεις ως αποτέλεσμα της διαφθοράς και του ηθικού κινδύνου, άλλοι ως αποτέλεσμα του «καπιταλισμού των ημετέρων ή της παρέας» (crony capitalism), και άλλοι ως παράγωγο του οξυμένου διεθνούς ανταγωνισμού. Ευτυχώς μερικοί απέδωσαν τις κρίσεις στο γεγονός του ανοίγματος των χωρών αυτών στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές δηλαδή στην αναπτυσσόμενη τότε διαδικασία της παγκοσμιοποίησης. Ο κεντρικός λόγος ήταν η παγκοσμιοποίηση βέβαια αλλά και οι άλλοι που αναφέρθηκαν είχαν τη συμβολή τους. Εκείνο που μάθαμε ωστόσο ήταν πως χώρες με αδύναμες οικονομικές δομές και επιρρεπές στη διαφθορά πολιτικό προσωπικό, πολύ εύκολα μπορούν να κυλήσουν σε χρόνιες κρίσεις μη αντέχοντας στη σκληρότητα των κανόνων που θέτουν οι παγκόσμιες αγορές.

Αν συγκρίνουμε τη κρίση στην Ασία με αυτή στην Ελλάδα και γενικότερα στη νότια Ευρώπη, οπωσδήποτε θα διακρίνουμε μεγάλες διαφορές. Πρώτα απ’ όλα οι κρίσεις εκείνες ήταν κατά βάση νομισματικές δηλαδή χρηματοπιστωτικές ενώ η κρίση στην ευρωζώνη και ιδιαίτερα στην Ελλάδα, Πορτογαλία και Ιρλανδία, είναι και παραγωγική. Οι ασιατικές κρίσεις όπως και εκείνη των ενυπόθηκων δανείων του 2008 στις ΗΠΑ, αντιμετωπίστηκαν σχετικά γρήγορα, ενώ αυτή της περιφερειακής Ευρώπης λόγω του διαφορετικού της χαρακτήρα θα πάρει περισσότερο χρόνο. Οι χώρες της Ασίας που αντιμετώπισαν νομισματική κρίση είχαν την εξουσία πάνω στο εθνικό τους νόμισμα ενώ στην ευρωζώνη την εξουσία αυτή την κατέχουν χώρες που δεν αντιμετωπίζουν κρίση και ως εκ τούτου μπορούν και να βραδυπορούν ως προς τη λήψη αποφάσεων. Εξ’ άλλου οι κρίσεις στην Ασία ήταν μια συνηθισμένη περίπτωση σαν εκείνες που περιγράφουν τα πανεπιστημιακά οικονομικά εγχειρίδια ενώ η κρίση στην Ευρώπη είναι συστημική και ως εκ τούτου δεν αναλύεται σε κανένα συμβατικό εγχειρίδιο. Ποιες ήταν όμως οι αιτίες που προκάλεσαν τη κρίση στην Ασία και γιατί τη προκάλεσαν τότε δηλαδή το 1997; Ποια ήταν τα συμπτώματα της και γιατί επεκτάθηκε και στις γύρω χώρες, όπως η Ν. Κορέα, ενώ αυτές έδειχναν υγιείς; Θα αποπειραθώ μια ανάλυση μέσα από την οποία θα προκύψουν οι απαντήσεις στα ερωτήματα και επί πλέον θα προκύψουν και οι διαφορές από τη συστημική κρίση της ευρωζώνης. Αν είναι πράγματι υπαρκτές οι διαφορές το νέο ερώτημα που γεννάται είναι γιατί το ΔΝΤ, που έχει επέμβει και εκεί και εδώ, ακολουθεί τις ίδιες συνταγές θεραπευτικής αγωγής;

Τα συμπτώματα της κρίσης είναι κοινά σε όλες τις ασιατικές χώρες. Υψηλά επιτόκια, υποτίμηση του νομίσματος, μείωση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων, πτώση της ακαθάριστης παραγωγής. Στη Ταϋλάνδη η αξία του νομίσματος μπάχτ μειώθηκε κατά 50%, στην Ινδονησία η ρουπία έχασε το 80% της αξίας της και οι μετοχές το 90%, ενώ το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 15% μέσα σε ένα χρόνο, το 1998. Οι χώρες παράλληλα έχασαν και την εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών οι οποίοι απέσυραν μαζικά τα κεφάλαια τους, λόγω των ασταθών και αντιφατικών πολιτικών που εφάρμοσαν οι κυβερνήσεις. Από την άλλη πλευρά τα υψηλά επιτόκια μείωσαν δραματικά τις επενδύσεις και πολλές επιχειρήσεις πέρασαν στην εξαφάνιση ενώ εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενων έχασαν τις δουλειές τους.

Αν αναρωτηθούμε γιατί η κρίση εκδηλώθηκε το 1997 -98 στη νοτιοανατολική Ασία, η απάντηση βρίσκεται στο γεγονός της μείωσης της αξίας του γεν έναντι του δολαρίου και της υποτίμησης του κινεζικού γουάν το 1994, γεγονότα αμφότερα που υπάγονται στο πεδίο του ανταγωνισμού και που έκαναν τις εξαγωγές των χωρών αυτών ακριβότερες με αποτέλεσμα εγγραφή ελλειμμάτων στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και πλεονάσματα στους λογαριασμούς κεφαλαίων. Βέβαια κατά τη γνώμη του Μαχαθίρ, πρωθυπουργού της Μαλαισίας, η κρίση οφείλεται στη διεθνή κερδοσκοπία και στα κεφάλαια κάλυψης κινδύνου που συνωμότησαν εναντίον τους. Αν και δεν είναι αμελητέας βαρύτητας η άποψη αυτή, δεν είναι η κύρια αιτία της κρίσης που συντάραξε τη περιοχή. Οι αιτίες είναι βαθύτερες και εδράζουν στο τρόπο με τον οποίο δομήθηκε η ένταξη των οικονομιών τους στις παγκόσμιες αγορές.

Ας δούμε από πιο κοντά τη περίπτωση της Ταϋλάνδης. Αυτή η χώρα είναι σχετικά μικρή και μέχρι τη δεκαετία του 1980 είχε πλεονάσματα αγροτικών προϊόντων τα οποία εξήγαγε όπως και πρώτες ύλες. Μετά τη κρίση χρέους της Λατινικής Αμερικής, τα διεθνή επενδυτικά κεφάλαια αναζητούσαν νέους προορισμούς κερδοφορίας και προσελκύστηκαν από τη Ταϋλάνδη λόγω των μεταρρυθμιστικών πολιτικών αγοράς που εφάρμοζαν οι κυβερνήσεις της, λόγω του χαμηλού κόστους εργασίας και λόγω του πειθαρχημένου εργατικού δυναμικού. Τα κεφάλαια αυτά, κυρίως ευρωπαϊκά και ιαπωνικά, άρχισαν να εισρέουν στη χώρα είτε αυτοτελώς είτε μέσω χρηματοπιστωτικών εγχώριων εταιριών, χωρίς υψηλό κίνδυνο εξ’ αιτίας της σταθερής ισοτιμίας του μπάχτ με το δολάριο. Οι ταϋλανδέζικες χρηματοπιστωτικές εταιρίες, συνδεδεμένες στενά με τη πολιτική και γραφειοκρατική ελίτ,  δανείζονταν φθηνά ιαπωνικά ή ευρωπαϊκά κεφάλαια τα οποία δάνειζαν στη συνέχεια σε ντόπιους επιχειρηματίες με υψηλότερο επιτόκιο οι οποίοι τα επένδυαν είτε στο κατασκευαστικό κλάδο, είτε στα ηλεκτρονικά προϊόντα είτε στη βιομηχανία. Μέσα από αυτή τη διαδικασία της εισροής ξένων κεφαλαίων η Ταϋλάνδη γνώριζε ρυθμούς ανάπτυξης κοντά στο 8% ετησίως. Οι μεγάλες εισροές ξένου συναλλάγματος στη χώρα και η μετατροπή τους σε τοπικό νόμισμα απειλούσαν τη σταθερή ισοτιμία του μπάχτ με το δολάριο. Για να μη αυξηθεί η αξία του μπάχτ αφού σημειώνονταν μεγάλη ζήτηση, η κεντρική Τράπεζα της χώρας ήταν αναγκασμένη να πουλά μπάχτ στις αγορές συναλλάγματος και να σωρεύει ξένα νομίσματα. Μέσω αυτού του μηχανισμού η προσφορά χρήματος αυξήθηκε και οι πιστώσεις μέσω του πολλαπλασιαστή χρήματος, αύξαιναν ακόμη περισσότερο τη νομισματική προσφορά. Όσο και αν αυξάνονταν οι κατασκευές κτιρίων ή ο,τιδήποτε άλλο δεν μπορούσαν να απορροφήσουν την ογκώδη μάζα των πιστώσεων με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί τεράστια απειλητική φούσκα στην οικονομία που παρέσυρε και τους μισθούς και τις τιμές και ασφαλώς τη ζήτηση για εισαγωγές. Εμφανίστηκαν εμπορικά ελλείμματα που καλύπτονταν από ξένο δανεισμό. Το χρέος όμως δεν ανησυχούσε τη κυβέρνηση γιατί βρισκόταν στο ίδιο ύψος με τις εξαγωγές και υπέρ αντισταθμίζονταν από τις εισροές ξένων κεφαλαίων. Εκείνο που προσπάθησε να κάνει ήταν να εφαρμόσει τη κλασική συνταγή της αποστείρωσης της αγοράς χρήματος. Δηλαδή το χρήμα που ήταν αναγκασμένη να εκδίδει για να καλύψει την υψηλή ζήτηση, προσπάθησε  να το ξαναμαζέψει πουλώντας κρατικά χρεόγραφα. Αυτό όμως είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθούν τα επιτόκια και να γίνουν ακόμα μεγαλύτερες οι ξένες εισροές. Έτσι η λεγόμενη αποστείρωση απέτυχε. Ο μόνος τρόπος που θα μπορούσε να εφαρμόσει η Κεντρική τράπεζα ήταν να εγκαταλείψει τη σταθερή ισοτιμία του μπάχτ με  το δολάριο και να αυξηθεί η αξία του τοπικού νομίσματος. Δεν το έκανε φοβούμενη μη χάσει την εμπιστοσύνη των αγορών και το πλήρωσε πολύ ακριβά.



Dedicated Cloud Hosting for your business with Joomla ready to go. Launch your online home with CloudAccess.net.