humanact.gr

Το πολιτικό σύστημα

E-mail Εκτύπωση PDF

ΤΟ ΜΕΙΖΟΝ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ

Οι πιο προνοητικοί είχαν αντιληφθεί τη σημερινή ελληνική κρίση από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1990. Αγωνιούσαν, έγραφαν και προειδοποιούσαν ότι η ελληνική οικονομία και κοινωνία οδεύουν με τα μάτια κλειστά πάνω στο τοίχο. Οι υπόλοιποι συμμετείχαν σε ένα ξέφρενο χορό επίδειξης χρημάτων, αμφίβολης προέλευσης, και αλαζονικής εξουσίας. Το ξέφρενο πάρτι κράτησε μια μακρόσυρτη νύχτα που δυστυχώς δεν επέτρεψε την εμφάνιση της ημέρας. Η νύχτα συνεχίζεται αλλά χωρίς προβολείς, πολυτελή σαλόνια, ξέφρενα χαζά χαχανητά και φοβούμαι χωρίς τέλος. Τώρα, το σόκ, και ο τρόμος, ο φόβος και η αμηχανία, φτιάχνουν ένα ιδιότυπο σκοτάδι που ούτε και ο τεχνικός φωτισμός μπορεί πλέον να διαλύσει.

 

 

Το μέλλον της Ελλάδας, βραχυχρόνια τουλάχιστον, έχει καταστραφεί. Θα πρέπει να επιστρέψουμε στο παρελθόν και μάλιστα στο πρώτο μεταπολεμικό παρελθόν. Το Προϊόν της χώρας μειώνεται ραγδαία, τα εισοδήματα το ίδιο, η ανεργία αυξάνεται και το χειρότερο, ο κοινωνικός χώρος κατακερματίζεται, και η συνοχή διαλύεται αργά και σταθερά, με συνέπεια η ατομική διάσωση να προέχει ως στόχος από εκείνον της συλλογικής.

 

Δεν είναι η πρώτη φορά που η Ελλάδα μέσα στην Ιστορία της, έχει βιώσει παρόμοια κατάσταση. Μάλιστα πολύ χειρότερες καταστάσεις αν συγκριθούν με τη σημερινή, τη μέχρι τώρα τουλάχιστον, αλλά όλες ανάγονται σε ένα κοινό παρονομαστή, όπως θα δούμε παρακάτω. Στη πρώτη μεταεπαναστατική δεκαετία καταγράφηκαν 3 εμφύλιοι πόλεμοι. Η πρώτη χρεοκοπία εμφανίστηκε κατά το 1842 -3, η δεύτερη το 1859, η τρίτη το 1893, κλπ…Εκείνη την εποχή τα ήθη στις διεθνείς σχέσεις ήταν πολύ διαφορετικά από τα σημερινά. Οι Άγγλοι για να εξασφαλίσουν τα λεφτά που δάνεισαν στις ελληνικές κυβερνήσεις έστειλαν το ναύαρχο William Parker με το στόλο του στο Πειραιά, ενώ αργότερα επί Χ. Τρικούπη δέσμευαν το μισό των εξαγωγών για την αποπληρωμή των χρεών της χώρας. Οι περίοδοι που ακολούθησαν ήταν ακόμα χειρότεροι. Ο ελληνοτουρκικός πόλεμος το 1897, το Γουδί, το Μακεδονικό, οι Βαλκανικοί, ο Πρώτος Μεγάλος, η Μικρασιατική καταστροφή, η ταραγμένη δεκαετία του ’30, ο Δεύτερος Πόλεμος, η κατοχή, ο αδελφοκτόνος εμφύλιος και η επταετής χούντα, ήταν οι κακοτράχηλοι αιματηροί σταθμοί μιας ιστορικής πορείας συγκρότησης του ελληνικού κράτους που διήρκησε, χωρίς υπερβολή, εκατόν πενήντα συνεχή χρόνια. Όλες οι γενιές Ελλήνων ανεξαίρετα, βίωσαν διώξεις, πολέμους, αφανισμούς και επιδημίες. Από τη μεταπολίτευση μέχρι τώρα ο δρόμος ανοίγει, γίνεται πιο βατός, πιο ελπιδοφόρος αλλά η ιστορική «μοίρα» θέτει, όπως φαίνεται και πάλι τους όρους της. Κάθε ιστορική περίοδος και κάθε ιστορικό γεγονός έχει την ιδιομορφία του και απαιτεί ξεχωριστή μελέτη αλλά η ολοποιούσα κίνηση της ιστορίας αμβλύνει την οξύτητα του και μειώνει τη σημασία του στη κοινωνική συνείδηση.

Οι σημερινοί Έλληνες δεν γνωρίζουν την ιστορία τους και γι’ αυτό είναι πολύ εύκολο να καταληφθούν από πανικό και να δράσουν αντίθετα προς αυτό που επιβάλλει το συμφέρον τους. Αλλά και οι προηγούμενες γενιές είχαν να αντιμετωπίσουν το ίδιο πρόβλημα με συνέπεια οι συσσωρεύσεις λαθών αθροιζόμενες να δημιουργούν επιπρόσθετες δέσμες προβλημάτων. Αυτού του είδους των προβλημάτων που οφείλονται στην έλλειψη ιστορικής γνώσης δημιουργούν κοινωνικό κατακερματισμό που δεν μπορεί να διευθετήσει δημιουργικά το φορτίο της σύγκρουσης που μεταφέρει. Το είδος αυτό των προβλημάτων θα το ονομάζαμε θεμελιώδες, θεμελιακό. Ένα δεύτερο θεμελιώδες πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα, έχει και αυτό ιστορικό χαρακτήρα αλλά η ταυτότητα του προσδιορίζεται από τις στρεβλώσεις των οικονομικών και παραγωγικών δομών. Αυτό δημιουργεί με τη σειρά του ένα εξαρτημένο τρόπο σύνδεσης του οικονομικού μηχανισμού με τη διεθνή οικονομία και τις αγορές της. Το τρίτο θεμελιώδες πρόβλημα είναι αυτό που ονόμασα παρά πάνω κοινό παρονομαστή όλων των ιστορικών περιόδων, ή «μοίρα», και αναφέρεται στη πολιτική τάξη της χώρας, στους πολιτικούς. Αν ορίζαμε την πολιτική ως τη θεσμική ικανότητα ομαλοποίησης των διαφορών μέσω κατάλληλων διευθετήσεων, δια του κράτους, τότε θα πρέπει να αποδεχθούμε πως η τάξη των πολιτικών θα όφειλε να αντιπροσωπεύει την εξέχουσα κοινωνική βαθμίδα, το υψηλότερο επίπεδο της κοινωνικής κλίμακας, ώστε να απολαμβάνει κοινωνική αναγνώριση και νομιμοποίηση. Ως ηγεσία των κοινωνικών μερών, μεριμνά για την ολοποίηση, την ανασύνθεση, τον επαναπροσδιορισμό των ισορροπιών, με τελικό στόχο την σχετική και απόλυτη πρόοδο του συνόλου. Οι τρεις κατηγορίες των προβλημάτων φυσικά δεν είναι ασύνδετες ούτε και οφείλουν το σχηματισμό τους σε διαφορετικούς παράγοντες. Είναι συνδεδεμένες με τέτοιο τρόπο ώστε η εξέλιξη της μιας να επηρεάζει και την εξέλιξη των άλλων.

Δυστυχώς οι πολιτικοί στην Ελλάδα, όχι μόνο σήμερα αλλά από την περίοδο της Επανάστασης, δεν ικανοποιούν το παρά πάνω κριτήριο. Αν εξαιρέσουμε ορισμένες φωτεινές περιπτώσεις, όπως εκείνη του Ε. Βενιζέλου, αυτοί που έπαιξαν πρωτεύοντα ρόλο δεν κατάφεραν να αποστούν από τα μικροσυμφέροντα των κοινωνικών ομάδων αναφορών τους και να υπερυψωθούν στο εθνικό επίπεδο.

Ο ρόλος αυτός του κομματάρχη και όχι του πολιτικού, επιβάλλει εξ’ ορισμού, per se, και τις μεθόδους και τα εργαλεία και τους κανόνες. Και αυτά δεν είναι άλλα από την επιβολή, τον αποκλεισμό, τον φανατισμό, το ρουσφέτι στους ημετέρους, τον έλεγχο των αντιπάλων, κλπ. Βέβαια οι ρόλοι αυτοί προκύπτουν και από τον κατακερματισμένο οικονομικό μηχανισμό και από το ιστορικό δυναμικό που διατηρεί ασφαλώς τη δυναμική του. Κατά συνέπεια, η ίδια η πολιτική τάξη και οι «πολιτικοί» της, με τη μεροληπτική δράσης τους, οδηγούν ακόμα περισσότερο στη μερικοποίηση και τον τεμαχισμό του κοινωνικού χώρου αντί να τον ολοποιούν. Η πολιτική παίρνει έτσι μια εντελώς δύσμορφη και αποκρουστική όψη γιατί αποπειράται το επί μέρους όφελος, το μερικό συμφέρον των ολίγων να το αναγάγει σε ολικό όφελος της χώρας. Τα μέσα δε που μετέρχεται για να το πετύχει είναι το ίδιο αποκρουστικά και παράμορφα με την ίδια. Κατά καιρούς έχουν χρησιμοποιηθεί, κατασταλτικοί αποκλεισμοί, ακυρώσεις της ελεύθερης έκφρασης, στρατιωτικές χούντες, ακόμα και πόλεμοι Ελλήνων εναντίον Ελλήνων. Άλλοτε πάλι επιστρατεύονται ισχνά ιδεολογικά επιχρίσματα αμφίβολης πειθούς, ανεξόφλητα «δάνεια» τα περισσότερα από την κακώς διαβασμένη θεωρητική και ιδεολογική βιβλιοθήκη της Δ. Ευρώπης. Έτσι φτάσαμε και πάλι στο σημείο μηδέν, στο σημείο που βρισκόμαστε σήμερα. Αλλά θα υπενθυμίσω, πως σε τούτο το σημείο δεν έχουμε έρθει για πρώτη φορά. Στο ίδιο σημείο δεν είμαστε και αμέσως μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια, και το 1842 με τη χρεοκοπία του πρωθυπουργού Χρηστίδη, και το 1893 με τη χρεοκοπία Τρικούπη, και με την ακυβερνησία των πρώτων χρόνων του εικοστού αιώνα και το κίνημα στο Γουδί με τον Ζορμπά, και το 1922 με την μικρασιατική καταστροφή, και το 1946 με τον εμφύλιο πόλεμο κ.λ.π. κ.λ.π. αισίως έως σήμερα; Σε όλες αυτές τις περιόδους, οι λεπτομέρειες των οποίων δεν είναι του παρόντος, η οικονομική καχεξία, η φτώχεια και η έλλειψη πόρων για την ικανοποίηση ακόμα και των βασικών αναγκών, ήταν ο συνδετικός μίτος, μια ανίκητη πραγματικότητα, τουλάχιστον για τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού. Υπ’ αυτήν την έννοια ένας υπερβολικά επιεικής παρατηρητής θα έλεγε πως είναι δικαιολογημένο το καταναλωτικό πάρτι μετά την μεταπολίτευση αλλά ένας ορθολογικός συνάδελφος του θα αντέτεινε ότι αυτό που συνέβη δεν ήταν ακριβώς γιορτή αλλά παρατεταμένη παράνοια μεθυστικής παραζάλης που οδήγησε στη τελική πτώση. Όσο και αν οι Έλληνες είναι επιρρεπείς στην υπερβολή αυτό που συνέβη ακριβώς ήταν μια ανέμελη πτώση στον γκρεμό.

Και οι πολιτικοί; Τι ακριβώς έπραξαν οι πολιτικοί; Αντί να βλέπουν μακρύτερα και να δουν τον τοίχο που έρχεται κατά πάνω τους, σαν άλλοι Νέρωνες, απολάμβαναν μακαρίως τα προνόμια που τους έδινε η θέση τους και μετατράπηκαν σε οπαδούς των οπαδών τους.

Ναι αλλά όλοι οι πολιτικοί δεν είναι ίδιοι. Δεν είναι όλοι κλέφτες, ούτε απατεώνες. Ο αντίλογος σ’ αυτή τη κρίση είναι ότι: όχι όλοι οι πολιτικοί είναι ίδιοι. Ασφαλώς και δεν είναι όλοι κλέφτες, αλλά όλοι πασχίζουν να παίξουν καλύτερα το ρόλο που τους ανατίθεται από τον ορισμό της «πολιτικής τάξης» στην Ελλάδα. Κομματαρχιλίκη, φανατισμός, λαϊκισμός, πολύγλωσση υποκρισία, αδράνεια και μανία επίδειξης αμάθειας. Αυτά για το εσωτερικό της χώρας γιατί στο εξωτερικό εξαντλούν την ενεργητικότητα τους στα εμπορικά κέντρα των πρωτευουσών της Ευρώπης. Θυμάμαι τον αείμνηστο Ε. Γιαννόπουλο, φωτεινή εξαίρεση, που ως υπουργός Εργασίας επιτέθηκε με εκείνο το γνωστό του ύφος, στον γερμανό συνάδελφο του, σε ένα συμβούλιο υπουργών εργασίας, υπενθυμίζοντας του τον καταστροφικό πόλεμο που εξαπολύσανε οι Γερμανοί εναντίον της Ευρώπης και παρότρυνε ταυτόχρονα τους Έλληνες συναδέλφους του να μη «κομπλάρουν» μπροστά τους ευρωπαίους αξιωματούχους.

Το συμπέρασμα όλων αυτών είναι πως για να αλλάξει η πολιτική τάξη στην Ελλάδα θα πρέπει να αλλάξουν όλα. Επειδή όμως ο καλός Θεός αργεί αυτή τη φορά να κάνει το θαύμα του θα πρέπει οι κατέχοντες τον Ορθό Λόγο σκεπτόμενοι Έλληνες, όσοι, να αναλάβουν τις προσήκουσες πρωτοβουλίες.

 

 

Dedicated Cloud Hosting for your business with Joomla ready to go. Launch your online home with CloudAccess.net.