humanact.gr

E-mail Εκτύπωση PDF
Ευρετήριο Άρθρου
Η κρίση και το μέλλον του Ευρώ
Η κρίση και το μέλλον του Ευρώ
Όλες οι Σελίδες

Ωστόσο η Γερμανία με την αντιπληθωριστική εμμονή της βοήθησε τις άλλες χώρες του ΕΝΣ να αυξήσουν την νομισματική τους αξιοπιστία στη διεθνή αγορά και να μειώσουν την όρεξη των κερδοσκόπων.

Ακολούθησε η πρωτοβουλία του 1992 η οποία έθετε τις βάσεις για μεγαλύτερη οικονομική ενοποίηση. Η «Λευκή Βίβλος» περιείχε συνολικά 300 μέτρα τα οποία όφειλαν οι χώρες του ΕΝΣ να υλοποιήσουν προκειμένου να απελευθερωθούν οι εμπορικές συναλλαγές και να καταργηθεί ό,τι εμπόδιζε την ελεύθερη λειτουργία των αγορών. Η απελευθέρωση όμως ήταν πιθανόν να δημιουργήσει αναταράξεις στα επίπεδα των τιμών και στη παραγωγή του προϊόντος και γι’ αυτό οι χώρες αποφάσισαν να σταθεροποιήσουν τις συναλλαγματικές τους ισορροπίες σε μακροοικονομικό επίπεδο. Τελικά καταργήθηκαν τα εμπόδια στις εμπορικές συναλλαγές, οι συναλλαγματικοί έλεγχοι, και το δικαίωμα των κυβερνήσεων να εφαρμόζουν νομισματική και συναλλαγματική πολιτική.

Το επόμενο στάδιο ήταν η δημιουργία της οικονομικής και νομισματικής ένωσης (ΟΝΕ), στο τέλος του οποίου όλα τα εθνικά νομίσματα θα αντικαθίσταντο από ένα νόμισμα (από το ECU στο Ευρώ), και όλες οι κεντρικές τράπεζες από μία, την Ευρωπαϊκή. Η ένταξη όλων των υποψηφίων χωρών στον μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών ήταν απαραίτητη, και τα περιθώρια διακύμανσης των ισοτιμιών θα ήταν πολύ στενά. Αυτή ήταν η οικονομική αρχιτεκτονική του Ζάκ Ντελόρ η οποία εγκρίθηκε στο Μάαστριχτ και η τρίτη φάση ορίστηκε να αρχίσει την 1 Ιανουαρίου του 1999.

Τα κριτήρια της συνθήκης είναι γνωστά αλλά δεν ήταν αρκετά πειστικά για την Γερμανία. Εμφορούμενη από το φόβο του πληθωρισμού ζήτησε ένα πρόσθετο σχέδιο οικονομικής εξυγίανσης το οποίο ονόμασε Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, όπως καλή ώρα το σημερινό ελληνικό, και το οποίο θα εξασφάλιζε ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς ή και πλεονασματικούς. Η Γερμανία πίστευε πως δεν θα έπρεπε να επαναληφθεί η δεκαετία του 1970 με τους υψηλούς πληθωρισμούς της Γαλλίας, της Ιταλίας της Πορτογαλίας, Ισπανίας και Βρετανίας, γιατί κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε ένα ασθενές ενιαίο νόμισμα. Ο γερμανικός λαός δεν ήταν πρόθυμος να εγκαταλείψει το ισχυρό μάρκο για ένα ασθενές ευρώ.

Τελικά τον Μάϊο του 1998 έντεκα χώρες ήταν μέσα στα πλαίσια των κριτηρίων του Μάαστριχτ, άλλες με το σπαθί τους και άλλες με τη βοήθεια της «δημιουργικής λογιστικής» και τον επόμενο χρόνο το ευρώ ήταν πραγματικότητα. Λίγο αργότερο πραγματικότητα έγινε και στην Ελλάδα.

Αν επιχειρήσουμε μια επανεκτίμηση της απόδοσης της ευρωζώνης, την πρώτη δεκαετία της λειτουργίας της θα καταλήγαμε στο συμπέρασμα πως οι αρχικοί στόχοι που τέθηκαν, δηλαδή ισχυρότερη παρουσία στο παγκόσμιο νομισματικό και οικονομικό σύστημα και προώθηση της οικονομικής ολοκλήρωση εντός της ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν έχουν επιτευχθεί. Επί πλέον και όλα τα κριτήρια της συνθήκης τους Μάαστριχτ είναι αχρηστεμένα ακόμα και από την φανατική στη τήρηση τους Γερμανία.

Αφορμή για να αναδειχθούν οι βαθιές ρωγμές του ευρωπαϊκού νομισματικού συστήματος ήταν ασφαλώς η τρέχουσα παγκόσμια κρίση.

Οι αναγκαίες προϋποθέσεις που αναφέραμε στην αρχή του άρθρου, δηλαδή η κινητικότητα των παραγωγικών συντελεστών, η απελευθέρωση των εμπορικών συναλλαγών, το σταθερό επίπεδο τιμών και η οικονομική ολοκλήρωση μέσω της πραγματικής σύγκλισης, ισχύουν μερικώς. Αν εξαιρέσουμε την κίνηση των κεφαλαίων, περισσότερο όμως των χρηματοοικονομικών και λιγότερο των παραγωγικών, και την απελευθέρωση του εμπορίου, περισσότερο των αγαθών και πολύ λιγότερο των υπηρεσιών, οι άλλες σημαντικότερες προϋποθέσεις έχουν σχεδόν ακυρωθεί. Η κινητικότητα της εργασίας είναι απογοητευτικά χαμηλή, τα επίπεδα των τιμών είναι διαφορετικά από χώρα σε χώρα και όχι σύμφωνα με την αρχική επιδίωξη για μία τιμή σε κάθε προϊόν παντού, η οικονομική ολοκλήρωση επίσης πολύ χαμηλά, στα αρχικά επίπεδα αν μετρηθεί με τον δείκτη των ενδοευρωπαϊκών συναλλαγών.

Οι εμπορικές συναλλαγές ως προς το ΑΕΠ, - εμπορευμάτων και υπηρεσιών - εντός της ευρωζώνης βρίσκονται σε χαμηλά επίπεδα αν συγκριθούν με εκείνες των ΗΠΑ. Αυτό σημαίνει πως η διαδικασία της οικονομικής ολοκλήρωσης βρίσκεται στα ίδια επίπεδα ή και λίγο χαμηλότερα από το σημείο της εκκίνησης, (κάτω από το 16% του ΑΕΠ). Αντίθετα αν ο βαθμός ολοκλήρωσης ήταν μεγαλύτερος τότε τα οφέλη κάθε χώρας που συμμετέχει στην ενιαία νομισματική ζώνη θα ήταν πολύ μεγαλύτερα.

Επίσης παραμένει το σχίσμα ανάμεσα στις χώρες του Βορά που στηρίζονται σε ένα πρότυπο παραγωγής εντάσεως ειδικειμεύνης εργασίας και στις χώρες του Νότου που στηρίζονται σε παραγωγές εντάσεως ανειδίκευτης εργασίας. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως τα πλεονάσματα του Βορρά καταναλώνονται εν μέρει από τα ελλείμματα του Νότου. Κατά ένα μέρος που αφορά στη δομική σύνθεση της ευρωπαϊκής οικονομίας, έτσι εξηγείται το υψηλό δημόσιο χρέος του Νότου αλλά αυτό ουδόλως τον απαλλάσσει από τις ευθύνες της υπέρ χρέωσης και της κρίσης δανεισμού που προκάλεσε.

Αυτού του είδους οι ενδογενείς αντιφάσεις δεν μπορούν να στηρίξουν μια νομισματική περιοχή με σταθερές και κλειδωμένες συναλλαγματικές ισοτιμίες και ένα νόμισμα. Ασφαλώς και το ΕΝΣ, με τις ζώνες διακύμανσης ήταν πιο αποδοτικό όπως έδειξε η εμπειρία μεταξύ του 1987 και 1992, και πιο ευέλικτα προσαρμόσιμο. Δεν μπορεί μέχρι το 1999 που θεσπίσθηκε το ενιαίο νόμισμα τα όρια των επιτρεπομένων διακυμάνσεων να ήταν συν πλην 15% από την κεντρική ισοτιμία και αμέσως μετά να κλειδώνουν νομισματικές ισοτιμίες χωρίς να έχει επέλθει καμία ουσιαστική επίτευξη των προϋποθέσεων. Δεν είναι δυνατόν. Αν συγκριθεί στο σύστημα της ενιαίας νομισματικής περιοχής της Ε. Ένωσης με εκείνη των ΗΠΑ, οι διαφορές θα γίνουν ακόμα πιο δεικτικές. Αυτές τις ρωγμές στο σύστημα του ευρώ, είναι που βλέπουν και αναλύουν οι λεγόμενες αγορές των κερδοσκόπων και επιτίθενται βίαια. Αυτές έβλεπαν και το 1992 όταν απέβαλλαν τη λίρα Αγγλίας και τη λιρέτα της Ιταλίας.

Τι πρέπει να γίνει; Αν θέλει πραγματικά η Ε. Ένωση να εξελιχθεί σε ένα αξιόπιστο παγκόσμιο παίκτη, στο διεθνές οικονομικό σύστημα, θα πρέπει να εγκαταλείψει τις ιδέες για επανακαθορισμό των γεωπολιτικών στρατηγικών (ίσως επ’ αυτού επανέλθουμε σε ένα άλλο άρθρο), να δημιουργήσει ένα ομοσπονδιακό σύστημα δημοσιονομικής πολιτικής το οποίο θα στοχεύει στην ανακατανομή πόρων και τεχνογνωσίας και προς την πραγματική σύγκλιση των παραγωγικών συστημάτων, να επανακαθορίσει τα κριτήρια του Μάαστριχτ με ρεαλιστικό, ευέλικτο και ορθολογικό τρόπο και να προχωρήσει γρήγορα τις διαδικασίες της πολιτικής ενοποίησης.

Αν συνεχιστούν με τον ίδιο τρόπο οι μακροοικονομικές ασυμμετρίες, η απουσία θεσμών ενιαίας δημοσιονομικής πολιτικής και ο απίθανος πολιτικός κατακερματισμός, τότε είναι σχεδόν βέβαιο πως, εντός του οξύτατου διεθνούς ανταγωνισμού, το ευρώ θα τελειώσει άδοξα το σύντομο βίο του.

Κουρματζής Θανάσης

Οικονομολόγος / Στατιστικός / Μελετητής

Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από κακόβουλη χρήση. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε την Javascript για να τη δείτε.

CEO « Κέντρο Μελετών των Οικονομικών κρίσεων και της Διεθνούς Ασφάλειας»

Βιβλιογραφία:

Eurostat Yearbook, 2001 – 2009

The theory of optimum currency areas, - American Economic Review 51 (Σεπτέμβρης 161) του R. Mundell.

Regional non adjustment and Fiscal policy, των Obstfeld Maurice – Giovanni Peri, 1998.



Dedicated Cloud Hosting for your business with Joomla ready to go. Launch your online home with CloudAccess.net.