Η ΚΡΙΣΗ ΣΤΗΝ ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ

Εκτύπωση
Αξιολόγηση Χρήστη: / 2
ΧείριστοΆριστο 

                                              Η ΚΡΙΣΗ ΣΤΗΝ ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ 

Η Αργεντινή είναι μια υπέροχη χώρα με αξιολάτρευτους κατοίκους και πλούσια ιστορία. Στις τελευταίες όμως τέσσερις δεκαετίες έχει κληθεί να αντιμετωπίσει επανειλημμένα κρίσεις χρέους και κρίσεις παραγωγής με υψηλό τίμημα για τους κατοίκους της. Με πληθυσμό που ξεπερνά τα 40 εκατομμύρια, (2010), η Αργεντινή κατά τη διάρκεια των πρώτων δεκαετιών του προηγούμενου αιώνα θεωρείτο από τις πλουσιότερες χώρες του πλανήτη. Η φράση «είναι πλούσιος σαν Αργεντίνος» κυκλοφορούσε ακόμα και στη Νέα Υόρκη εκείνη την εποχή. Τι έγινε όμως στο μεταξύ και η χώρα αυτή κατέληξε να εκδιωχθεί από τις διεθνείς αγορές και να θεωρηθεί για μια δεκαετία περίπου από τις φτωχότερες της Λατινικής Αμερικής και τις πιο αναξιόπιστες του πλανήτη;

Πολλοί αναλυτές της διεθνούς οικονομίας καθώς και οργανισμοί, αποδίδουν τις ευθύνες στους λαϊκιστές πολιτικούς όπως  ο Μενέμ, ο Φερνάντο ντε λα Ρούα, ή τους νεοφιλελεύθερους όπως ο υπουργός των οικονομικών Ροντρίγκο Καβάλο, άλλοι στην έλλειψη «εργασιακής ηθικής» των αργεντίνων, και άλλοι στην ιμπεριαλιστική δομή του παγκόσμιου καπιταλισμού. Όμως πόση σημασία μπορεί να έχει η ανεύρεση των υπευθύνων της κρίσης όταν για μια πενταετία, το μεγαλύτερο μέρος του λαού της Αργεντινής βίωσε κατάσαρκα το σκιάχτρο της απόλυτης ένδειας; Είτε είναι ηθικοπλαστικοί οι λόγοι είτε ευθύνεται η δολαριοποίηση είτε η εθνικοποίηση του χρέους τη δεκαετία του ογδόντα είτε ο υπερπληθωρισμός του 1989 (3000% ετησίως), το βέβαιο είναι ότι αυτή η παλινδρομική κίνηση της κρίσης έχει βαθύτερες αιτίες που εδράζουν στις πεποιθήσεις και στις ιδεολογίες των ανθρώπων ως προς το πώς θέλουν να ζουν και σε ποιο τύπο κοινωνίας.

Διαδηλώσεις στο Μπουένο ΑϊρεςΠριν το πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, πολλοί Ευρωπαίοι μετανάστευαν στην Αργεντινή βέβαιοι πως θα βρουν μια καλύτερη ζωή. Η χώρα είχε τρομερές διεθνείς επιδόσεις στα αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα. Ζωοειδή, ζωοτροφές, φυτικά έλαια, καλαμπόκι, σόγια, μέλι, σιτάρι, κλπ, είναι από τα βασικότερα προϊόντα που εξάγονται και την καθιστούν ασυναγώνιστη παγκοσμίως. Κατά τη διάρκεια όμως του μεσοπολέμου η Αργεντινή περνά δύσκολες καταστάσεις.  Οι διεθνείς τιμές των αγροτικών προϊόντων μειώνονται και τα βάρη για την εξυπηρέτηση των ξένων δανείων αυξάνονται. Εμφανίζονται διαδικασίες οικονομικής συρρίκνωσης που εναλλάσσονται με μικρές περιόδους μεγέθυνσης. Ο πόλεμος των Φώκλαντς το 1982 με τη Μ. Βρετανία την εξασθενεί εντελώς και η κρίση του χρέους στη Λατινική Αμερική τη δεκαετία αυτή την αποτελειώνει. Η κυβέρνηση του Ραούλ Αλφονσίν που αντικατέστησε τη στρατιωτική χούντα δεν κατάφερε να αναζωογονήσει την οικονομία, να σταθεροποιήσει τις τιμές και να αναπτύξει το νέο νόμισμα που εισήχθη, το  Austral.  Ο περονιστής Κάρλος Μένεμ που τον διαδέχθηκε εφάρμοσε αρχικά πολιτική οικονομικού προστατευτισμού εμπνεόμενος από τις θεωρίες των ιντεπεντίστας του Ραούλ Πρέμπιτς, αλλά τα αποτελέσματα ήταν να μεταταχθεί η χώρα, ευτυχώς προσωρινά, στη χωρία του Τρίτου Κόσμου.

Προσπαθώντας να αντιμετωπίσει την αποτυχία του ο Μένεμ διορίζει υπουργό των Οικονομικών των διδάκτορα του Χάρβαρντ Ντομίγκο Καβάλο, ο οποίος επεξεργάστηκε και εφάρμοσε ένα σχέδιο μεταρρυθμίσεων ισχυρότερο και από εκείνο που εφάρμοσε ο επίσης απόφοιτος του Χάρβαρντ υπουργός Οικονομίας του Μεξικού Πέδρο Άσπε.

Για παράδειγμα φορολόγησε τις μεγάλες αγροτικές εξαγωγές και από τα έσοδα επιδότησε τους άλλους τομείς της οικονομίας που μέχρι τότε ήταν ασθενείς. Προσπάθησε να ανοίξει τα οικονομικά σύνορα προς τη διεθνή οικονομία και να ιδιωτικοποιήσει τους τεράστιους τομείς του δημόσιου τομέα. Αποκρατικοποίησε ακόμα και την εταιρία πετρελαίου κάτι που δεν τόλμησε να κάνει το Μεξικό. Βέβαια το Μεξικό είναι μεγάλη παραγωγός χώρα πετρελαίου ενώ η Αργεντινή όχι. Η πιο σημαντική όμως μεταρρύθμιση ήταν αυτή που συντελέστηκε στον νομισματικό τομέα. Ο πληθωρισμός βρισκόταν στα μεγάλη ύψη και έτσι θα έπρεπε ασφαλώς να τεθεί στο στόχαστρο της προσοχής. Ο Καβάλο αντικατέστησε το austral που απέτυχε να αποδώσει τα αναμενόμενα με το νέο πέσος. Ταυτόχρονα όμως δια νόμου όρισε και την τιμή της συναλλαγματικής ισοτιμίας. Ένα πέσο αντιστοιχούσε σε ένα δολάριο και αυτό εξαρτιόταν από τα συναλλαγματικά διαθέσιμα. Μόνο αν υπήρχε πλήρης αντιστοιχία καθίστατο δυνατή η μετατρεψιμότητα. Με τον τρόπο αυτό οι λαϊκιστικές κυβερνήσεις που για δεκαετίες κακοδιαχειρίστηκαν τους μηχανισμούς έκδοσης χρήματος έχασαν τη νομισματική εξουσία.  Η εμπιστοσύνη επανήλθε και τα αποτελέσματα ήταν θεαματικά. Ο πληθωρισμός έφθασε σε μηδενικά επίπεδα και το ΑΕΠ της χώρας εντός τριετίας αυξήθηκε κατά 25%. Οι καλές ημέρες όμως δεν κράτησαν για πολύ.

Οι κρίσεις που εμφανίσθηκαν στις μεγάλες χώρες της Λατινικής Αμερικής, όπως το Μεξικό και η Βραζιλία, ανάγκασαν αυτές τις χώρες σε δραστικές μειώσεις των νομισμάτων τους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την μείωση των εξαγωγών της Αργεντινής λόγω απώλειας μεγάλου μέρους της ανταγωνιστικότητας της. Επί πλέον αύξησε και τα ελλείμματα του εμπορικού ισοζυγίου γιατί οι εισαγωγές έγιναν φθηνότερες.

Οι εξελίξεις αυτές μετέτρεψαν τα πλεονεκτήματα της σταθερής συναλλαγματικής ισοτιμίας με το δολάριο σε μειονεκτήματα. Τα εμπορικά ελλείμματα έφθασαν στο 55% του ΑΕΠ το 1999 και η ύφεση άρχισε να συρρικνώνει την οικονομία. Το ΔΝΤ σε συνεργασία με την κυβέρνηση επεξεργάστηκε πρόγραμμα δημοσιονομικής εξυγίανσης και συγκράτησης της δαπάνης αλλά παρά τις προσπάθειες η εμπιστοσύνη των αγορών είχε τρωθεί αμετάκλητα με συνέπεια τη φυγή των ξένων κεφαλαίων από τη χώρα. Το χρέος γινόταν όχι μόνο μεγαλύτερο αλλά τα υψηλά επιτόκια δανεισμού απέκλεισαν την Αργεντινή από τις αγορές. Όλοι στην Αργεντινή πίεζαν τη κυβέρνηση, το 2001 να εγκαταλείψει τη σταθερή ισοτιμία με το δολάριο και να προχωρήσει σε δραστική υποτίμηση του πέσος προκειμένου να αυξηθούν οι εξαγωγές. Η κυβέρνηση όμως φοβούμενη περεταίρω έξοδο των κεφαλαίων αρνήθηκε την υποτίμηση αλλά και με την υπόδειξη των τεχνοκρατών του ΔΝΤ, εισήγαγε  νέο νομισματικό σύστημα με βάση ένα συνδυασμό δολαρίου και ευρώ που επέφερε μια μικρή υποτίμηση 5 – 8%. Αυτό στην αρχή είχε θετικές επιπτώσεις στην εθνική παραγωγή αλλά λόγω της αρνητικής διεθνούς συγκυρίας (τρομοκρατικό κτύπημα στη Ν. Υόρκη) η ύφεση επανήλθε.

Το Νοέμβρη του 2001 η κυβέρνηση ανακοινώνει πως δεν μπορεί να εκπληρώσει τις δανειακές της υποχρεώσεις ύψους 1,25 δις δολάρια προς το ΔΝΤ. Αυτό όπως είναι φυσικό επιτείνει τη κρίση εμπιστοσύνης και πυροδοτεί νέα φυγή κεφαλαίων. Αντιδρά η κυβέρνηση με ένα μη ενδεδειγμένο τρόπο απαγορεύοντας την ανάληψη καταθέσεων πάνω από 250 πέσος την εβδομάδα. Αυτό προκαλεί μαζικό πανικό, εξεγείρει τους αργεντίνους και στις 13  Δεκεμβρίου ξεσπά γενική απεργία και συγκρούσεις με αποτέλεσμα 18 νεκρούς.

Την προεδρία αναλαμβάνει ένας περονιστής κυβερνήτης ο Adolfo Saa, ο οποίος προτείνει ένα νέο νόμισμα, το Αργεντίνο, και την ελεύθερη διακύμανση του με το δολάριο. Οι αντιδράσεις όμως είναι ισχυρές και η χώρα πέφτει και στη πολιτική κρίση.

Η νέα κυβέρνηση αναλαμβάνει να υποτιμήσει το νόμισμα κατά 28% έναντι του δολαρίου και ταυτόχρονα να κλείσει όλες τις τράπεζες της χώρας για ορισμένες ημέρες. Η υποτίμηση όμως κατέληξε να είναι ακόμα μεγαλύτερη και αρκετοί αναλυτές την υπολογίζουν στο 75%.

Ταυτόχρονα λαμβάνονται και νέα καταναγκαστικά μέτρα. Όλοι οι τραπεζικοί λογαριασμοί πάνω από ένα ορισμένο ύψος θα εξοφληθούν το 2010. Οι λογαριασμοί καταθέσεων σε δολάρια μετατρέπονται αμέσως σε εθνικό νόμισμα με αναλογία 1:4 και οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων κατά 50%  λαμβάνονται με κουπόνι εσωτερικού κρατικού ομολόγου.

Η κρίση λαμβάνει τεράστιες διαστάσεις και οι άνθρωποι εφευρίσκουν πρωτότυπες δράσεις για την εξυπηρέτηση των αναγκών τους. Η άτυπη οικονομία, δηλαδή οι δραστηριότητες εκείνες που δεν είναι πουθενά δηλωμένες, ανθεί και τα «ανταλλακτήρια αγαθών» ξεφυτρώνουν σε κάθε γειτονιά του Μπούνο Άϊρες και των μεγάλων πόλεων.

Το ΑΕΠ συρρικνώνεται κατά 12% το πρώτο τρίμηνο του 2002 και ο δείκτης χρηματιστηρίου (marvel index) χάνει τα ¾ της αξίας του. Η χώρα πλήττεται επίσης από έλλειψη καυσίμων και άλλων βασικών πρώτων υλών.

Η δραστική όμως υποτίμηση του νομίσματος που αύξησε τις εξαγωγές και ελάττωσε τις εισαγωγές δημιούργησε θετικές προϋποθέσεις για την αντιστροφή της τάσης. Έτσι η οικονομία το 2003 απογειώνεται και σημειώνει ρυθμούς ανάπτυξης 8,9%. Η κατάσταση αλλάζει γενικά. Η Αργεντινή είναι τώρα έτοιμη να αντιμετωπίσει τους ξένους δανειστές και προτείνει τρία νέα κρατικά ομόλογα με τα οποία θα αντικατασταθούν τα παλιά δάνεια. Δέχεται να καταβάλει το 25% των τόκων των παλιών δανείων ενώ οι πιστωτές δια του ΔΝΤ επιζητούν το 50% και πλέον. Όμως η χώρα είναι θωρακισμένη γιατί το καθεστώς σύναψης των δανείων με τους ξένους πιστωτές διέπεται από την εθνική νομοθεσία, κάτι που σημαίνει πως αυτοί για να ικανοποιήσουν τις αξιώσεις τους θα πρέπει να καταφύγουν στα εθνικά δικαστήρια της Αργεντινής. Τελικά επέρχεται συμφωνία μετά από πυρετώδεις διπλωματικές διεργασίες αλλά πολλοί ξένοι επενδυτές χάνουν κεφάλαια.

Η ανάκαμψη συνεχίζεται μέχρι σήμερα και η Αργεντινή καταγράφει ρυθμούς ανάπτυξης μεταξύ 6% και 9% του ΑΕΠ ετησίως. Ο κρατικός προϋπολογισμός εμφανίζει πλεόνασμα με έσοδα 88 δις δολαρίων και έξοδα 86,8 και το δημόσιο χρέος βρίσκεεται στο 45% του ΑΕΠ. (2010). Σήμερα η χώρα ανήκει στην ομάδα των 20 πλουσιότερων κρατών του κόσμου και η Χριστίνα Κρίσνερ θα βρίσκεται στην ομάδα των ηγετών του “Group 20”, που θα συνέλθει τον επόμενο μήνα στις Κάννες. 

Αν προσπαθήσει κανείς να συγκρίνει τη περίπτωση της Αργεντινής με αυτή της Ελλάδας, θα καταλήξει σε ένα διφορούμενο συμπέρασμα για τη χώρα μας. Παρά το ότι οι συναλλαγματικές ισοτιμίες για τις δύο χώρες είναι σταθερές και παρά το ότι και οι δύο έχουν λάβει την τεχνογνωσία του ΔΝΤ, η Ελλάδα βρίσκεται σε μειονεκτικότερη κατάσταση λόγω του ότι δεν μπορεί να προχωρήσει αυτοτελώς στη διαχείριση της τιμής του νομίσματος της. Η ένταξη της στην ευρωζώνη μεταφέρει τις αποφάσεις στο ευρωπαϊκό διευθυντήριο το οποίο καθυστερεί και βραδυπορεί προσπαθώντας να ισορροπήσει ανάμεσα σε αντιτιθέμενα συμφέροντα. Αυτό είναι και το μεγάλο πρόβλημα. Παράλληλα η Ελλάδα είναι πισθάγκωνα δεμένη από την εξάρτηση των δόσεων της τρόϊκας προκειμένου να εκπληρώσει τις μισθοδοτικές της υποχρεώσεις. Επιπρόσθετα δεν είναι σε θέση να προσφύγει ούτε σε εσωτερικό δανεισμό για τη μείωση του ελλείμματος γιατί αυτή τη στιγμή είναι πλέον αργά. Έτσι η αντιμετώπιση της κρίσης στο μεγαλύτερο μέρος της βρίσκεται στα χέρια της Μέρκελ και του Σαρκοζί. Από την άλλη όμως πλευρά αυτό ενέχει και αισιόδοξα στοιχεία γιατί μια πλήρης χρεοκοπία της χώρας θα έθετε σε κίνδυνο την ύπαρξη της ευρωζώνης ή τέλος πάντων τη σοβαρή απειλή της, γεγονός θέλω να πιστεύω που θα θέσει σε εγρήγορση θετικές αντιδράσεις στον άξονα των μεγάλων. Το κόστος ευνοϊκής διάσωσης της Ελλάδας είναι μικρότερο από το κόστος διάλυσης της ευρωζώνης. Επιπρόσθετα, οι μεταρρυθμίσεις στις ΗΠΑ και η συνεχιζόμενη οικονομική επέκταση της Κίνας και Ινδίας θα επιδράσουν θετικά στην παγκόσμια ανάπτυξη και ταυτόχρονα θα διευκολύνουν και την αντιμετώπιση της κρίσης στην ευρωζώνη. Αρκεί οι ευρωπαίοι ηγέτες να εγκρίνουν και να εφαρμόσουν μεταρρυθμίσεις που θα οδηγήσουν στην περεταίρω ενοποίηση της Ένωσης και όχι μόνο να εξαντλούν το πάθος τους για αυτές πάνω στην οικονομία της Ελλάδας, της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας.  

Κουρματζής Θάνος

Οικονομολόγος / Στατιστικός/ Συγγραφέας