Εκτύπωση

                                     ΑΜΗΧΑΝΙΑ ΚΑΙ ΑΔΙΕΞΟΔΟ

Το περιβάλλον στη πόλη αυτό το απόγευμα έσταζε υγρασία. Μια παράξενη καταχνιά κάθισε στη ψυχή του σαν προμήνυμα κακών ειδήσεων. Κατέβαινε τη μεγάλη κεντρική λεωφόρο αλλά ένας κόμπος ανέβαινε στο λαιμό του.

Ήξερε ότι αυτή η ασφυξία που ένιωθε προέρχονταν από ό,τι είχε ακούσει λίγο πριν στην μεγάλη αίθουσα των σεμιναρίων. Ομιλητές ήταν εκπρόσωποι κομμάτων και καθηγητές ελληνικών πανεπιστημίων, μέλη τρόπον τινά της κυβερνώσας ελίτ, που αποπειράθηκαν να φωτίσουν το θέμα της οικονομικής κρίσης στην Ευρώπη και πιο πολύ στην Ελλάδα. Το ακροατήριο μεγάλο, ανήσυχο και απειλητικό.

Κοίταζε μπροστά προσπαθώντας να βρει μία γραμμή προοπτικής στον ορίζοντα έστω και αμυδρή έστω και διακεκομμένη αλλά μάταια. Όλα ήταν μουντά, σκούρα γκρίζα και αδιάφανα. Αυτά που άκουσε από τους «ειδικούς» ήταν παρανοϊκά, ήταν ιδεοληπτικά.

“Αυτοί” ισχυρίζονταν πως η έξοδος από την κρίση είναι γεγονός και πως σύντομα η οικονομία θα αναπτύσσεται με υψηλούς ρυθμούς σχεδόν άπιαστους και πως ήδη η ανεργία άρχισε να υποχωρεί αισθητά. Οι “άλλοι” αντέτειναν πως αυτό είναι φαντασίωση και πως οι έλληνες καταβυθίζονται στη φτώχεια και στην αναξιοπρέπεια και πως μόνο αν αρχίσει το κράτος να δαπανά εδώ και εκεί θα μπορούσε να επιτευχθεί το επιθυμητό. Μα αφού το κράτος τελεί υπό πτώχευση και αφού επιβιώνει με την συνδρομή της Ε. Ένωσης πως θα καταφέρει να ξοδεύει από εδώ και από εκεί; Όχι δεν μας ενδιαφέρει τι θα πουν οι Ευρωπαίοι, να κόψουν το χρέος, να κόψουν τις απαιτήσεις και να αυξήσουν τις παροχές έτσι γιατί εμείς είμαστε Έλληνες. Μα τι θα πουν οι άλλοι λαοί, αυτοί που μας δανείζουν. Αυτό είναι τσαμπουκάς και νταϊλίκι και έξω φυσικά από τους κανόνες του πολιτικού παίγνιου. Αυτή η συμπεριφορά οδηγεί έξω από την ευρωζώνη και μας επιστρέφει στο καθεστώς της δραχμής. Στο δικαίωμα κοπής νομίσματος κατά το δοκούν και στο δικαίωμα δημιουργίας ελλειμμάτων έως τον ουρανό.

Αυτό δεν μας ενδιαφέρει. Αν θέλουν να αποδεκατιστεί το ενιαίο νόμισμα ας μας αφήσουν να γυρίσουμε στο εθνικό νόμισμα που είχαμε πριν το ευρώ. Αλλά δεν θα το κάνουν γιατί το κόστος της καταστροφής της ευρωζώνης είναι μεγαλύτερο από το κόστος χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας.

Ξέρουμε όμως ότι μας κατηγορείται γιατί εσείς είστε νεοφιλελεύθεροι και υπέρ της περικοπής των δημοσίων δαπανών και της δημόσιας περιουσίας ενώ εμείς είμαστε κευνσιανο -μαρξιστές και υπέρ της αύξησης των κρατικών δαπανών και μείωσης της φορολογίας..

Το ακροατήριο, ακούγοντας όλα αυτά τα ασπρόμαυρα επιχειρήματα άρχισε να ανησυχεί στην αρχή μετά να αγανακτεί και στο τέλος σηκώθηκε όρθιο και με υψωμένα χέρια εξαπέλυε ύβρεις και αναθεματισμούς στους «πολιτικούς» και στους «ειδικούς».

Η χώρα δεν σώζεται έτσι. Οι απειλές και οι κίνδυνοι που αναφύονται στα Βαλκάνια και στην Μ. Ανατολή δεν θα αργήσουν να φθάσουν και στην Ελλάδα την οποία θα βρουν κοντά στην καταστροφή με τους «ηγέτες» της μάκαρες να ανταλλάσσουν ύβρεις μεταξύ τους για το ποιος θα γλύφει το ξυλάκι της εξουσίας.

Ένας κάποιος που πήρε το λόγο από το κοινό, με ωχρό πρόσωπο και φωτεινά μάτια, έφθασε στο σημείο να συγκρίνει τη σημερινή πολιτική κατάσταση με εκείνη που επικρατούσε πριν την χούντα το 1967 ενώ ένας άλλος, ευτραφής και αψίκορος, με εκείνη της μικρασιατικής καταστροφής το 1922.

Τότε ένας από τους επίσημους ομιλητές αντέκρουσε με ύφος νικητή και στήθος φουσκωμένο με άχυρα, ότι αυτά είναι δημαγωγίες, τρομοκρατίες και λαϊκισμοί. Η κατάσταση στην Ελλάδα είναι «βιώσιμη» δηλαδή ελέγξιμη και η κρίση βρίσκεται κιόλας πίσω μας.

Αυτό ήταν σαν σπίρτο που έπεσε σε λίμνη πετρελαίου. Το ακροατήριο σχεδόν σαν ένας, σηκώθηκε και πάλι φωνάζοντας άναρθρα συνθήματα για κάτι κλέφτες, προδότες και τα παρόμοια. Ένας μάλιστα από τον εξώστη με μαύρο μούσι και μαλλιά μακριά, σαν να βγήκε από πίνακα του Ντελακρουά, κραδαίνοντας ένα βιβλίο φώναξε πως το 70% των ελλήνων βρίσκεται στο πάτο του βαρελιού της ανέχειας και πως η μόνη λύση είναι η επανάσταση.

Καθώς κατέβαινε τη λεωφόρο παρατηρούσε πως δεξιά και αριστερά μεγάλα και μικρά καταστήματα έχασκαν άδεια, βρώμικα, σε πλήρη εγκατάλειψη με πολλούς λογαρισμούς ΔΕΚΟ, κλπ, ριγμένους κάτω απ' τις πόρτες. Κάποτε, δηλαδή λίγα μόνο χρόνια πριν, ήταν γεμάτα από εμπορεύματα, καταναλωτές και κερδοφορία.

Η κρίση έχει χτυπήσει κατάκαρδα την Αθήνα και μερικές ακόμα μεγάλες πόλεις δηλαδή πολύ πάνω από το μισό πληθυσμό της χώρας. Αυτό που συνήθως λέγεται μεσαία τάξη έχει αποδεκατιστεί και οι γραμμές φτώχειας εισχωρούν όλο και πιο βαθιά στο εσωτερικό της. Οι νέοι επιστήμονες και οι νέοι ανειδίκευτοι είναι αυτές οι κατηγορίες του πληθυσμού που έχουν μείνει ουσιαστικά εκτός αγοράς εργασίας. Αλλά και αυτοί που παρέμειναν εντός της, βλέπουν τους μισθούς και τα ημερομίσθια να μειώνονται ταυτόχρονα με τις αυξήσεις φόρων και περικοπές δημοσίων δαπανών. Άρα η κρίση έχει πλήξει ανελέητα όλους ή σχεδόν όλους. Σχεδόν όλους γιατί υπάρχουν ορισμένες ομάδες επαγγελματικών κατηγοριών ιδιαίτερα στις τουριστικές περιοχές της ηπειρωτικής χώρας αλλά και στα νησιά που η κρίση δεν έφθασε εκεί και ούτε πρόκειται να φθάσει. Επίσης η κρίση δεν πρόκειται να φθάσει και σε ορισμένους κλάδους της οικονομίας όπως αυτοί των βασικών διατροφικών αναγκών, των διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων και των φαρμάκων όσο και αν παρατείνεται. Οι εργαζόμενοι στους τομείς αυτούς αντίθετα είδαν σταθερότητα και προοπτικές αυξήσεως των αμοιβών.


Με τις σκέψεις αυτές ο Κ. Π., έφθασε στην “Ομόνοια”. Του έλλειπαν όμως αριθμητικά δεδομένα για την έκταση που καλύπτουν αυτές οι υγιείς δραστηριότητες και ορισμένα μοντέλα πρόβλεψης για τους πιθανούς δρόμους εξέλιξης τους, για τον διεθνή ανταγωνισμό που θα κλειθούν να αντιμετωπίσουν για τις νέες ειδικότητες που είναι αναγκαίες και τα παρόμοια. Αυτός ήταν άλλωσε ο λόγος που αποφάσισε να παρευρεθεί στην εκδήλωση μ' αυτούς τους “ειδικούς”. Αλλά δυστυχώς η απογοήτευση του κορυφώθηκε ένεκα της ασυναστησίας και της αγνωσίας που συνάντησε στην “προγραματισμένη εκδήλωση”.

Όλα τα δεδομένα που κρατούσε στα χέρια του ήταν εύθραυστα. Άρχισε να αναρωτιέται αν η πραγματικότητα που βιώνει είναι μία ανεξάρτητη από τον ίδιο οντότητα ή είναι μία νοητική κατασκευή, μια επινόηση, μια μανιέρα της φαντασίας. Ίσως ήταν ένας απ' αυτούς που έβλεπε σκιές εκεί που υπήρχαν μόνο φώτα και απ' αυτούς που έθεταν αδιέξοδα στις μεγάλες λεοφώρους.

Κατεβαίνοντας στον “υπόγειο” μπήκε σε βαγόνι προς την άνοδο. Στα βόρεια προάστια η κατάσταση ήταν διαφορετική από εκείνη που επικρατούσε στο κέντρο της πόλης ή στα υποβαθισμένα απόκεντρα. Μέχρι να φτάσει στη Κιφισιά μέτρησε περί τους είκοσι επαίτες, ζητιάνους, και διάφορους παλιάτσους, οι περισσότεροι αλλοδαποί, που άπλωναν το χέρι προς τους επιβάτες.

Ακόμα και βρέφη χρησιμοποιούνται από τους “γονείς” για λίγα λεπτά του ευρώ που πιθανόν να αποσπούσαν από τους περισσότερο εύπιστους.

Καθώς παρατηρούσε τα πρόσωπα των επιβατών διαπίστωνε το μεγάλο βάθος μελαγχολίας που τα κάλυπτε και τη σκληρότητα της απαισιοδοξίας που τα κέρωνε. Οι άνθρωποι δεν είχαν άδικο. Η προοπτική ήταν απλώς μια έννοια χωρίς ορατές πιθανότητες πραγμάτωσης. Και όμως οι δυνατότητες αυτής της χώρας είναι τεράστιες και ανανεώσιμες. Οι γενιές ωστόσο που μπορούν να τις αξιοποιήσουν βρίσκονται παροπλισμένες. Οι ικανότεροι νέοι / νέες έχουν μεταναστεύσει στις ευρωπαϊκές χώρες ενισχύοντας το φαινόμενο της “διαροής εγκεφάλων” και οι παλιότερες γενιές που διαθέτουν δεξιότητες έχουν συνταξιοδοτηθεί ή πορεύονται προς τα εκεί.

Αυτοί που αγωνίζονται για την αντιμετώπιση της κρίσης είναι ανεπαρκείς και κακώς εκπαιδευμένοι που προτάσσουν την προσωπική διάσωση. Έτσι συμπεριφορές προ της κρίσης επανεμφανίζονται και τώρα όπως η φοροδιαφυγή, το λεγόμενο “φακελάκι”, η διαφθορά, το λαθρεμπόριο, κλπ.

Αυτοί που βρίσκονται στη κορυφή της οικονομικής κλίμακας αδιαφορούν για τη κοινωνική κατάσταση αποφεύγοντας επενδύσεις γιατί πιστεύουν πως οι ευρωπαϊκοί μηχανισμοί τελικά θα διασώσουν την ελληνική οικονομία, αυτοί που βρίσκονταν στη μέση βλέπουν να καταποντίζονται σε όλο και χαμηλότερες θέσεις ενώ αυτοί που βρίσκονται στον πάτο γίνονται διαρκώς περισσότεροι. Η ίδια η κοινωνία έχει τεμαχιστεί σε πολλά κομμάτια και έχει χάσει την συνοχή που θα της επέτρεπε να αποδώσει συλλογικά αποτελέσματα.

Η υγρασία στην Κιφισιά ήταν πιο έντονη αλλά η γλύκα της φθινοπωρινής νύχτας την μετρίαζε. Τα μαγαζιά ήταν λαμπερά και οι άνθρωποι εκεί χαρούμενοι, έψαχναν αιτίες να δηλώσουν την υλική τους ανωτερότητα. Τα καφέ και τα μπαρ, τα εστιατόρια και τα ταχυφαγάδικα σχεδόν γεμάτα από νεαρόκοσμο / γόνους, που αγνοούσαν επιδεικτικά τις συνέπειες της κρίσης.

Βλέποντας η κυβέρνηση αυτή τη κατάσταση δήλωνε πως η κρίση έχει αρχίσει να υποχωρεί και πως γρήγορα η ανάπτυξη θα δώσει έκχυμους καρπούς. Κατήγγειλε δε τους άλλους της αντιπολίτευσης που δεν έβλεπαν αυτές τις εξελίξεις με τρόπο πολεμικής έξαρσης η οποία φυσικά αντιπολίτευση ανταπέδιδε ασύμετρα. Και έτσι το βάθος του φαύλου κύκλου γινόταν ολοένα και μεγαλύτερο.

Κρατώντας με το ένα χέρι το τιμόνι και με το άλλο το κεφάλι ο Κ.Π., συλλογίζονταν

πως ο δρόμος για την “κανονικοποίηση” αυτής της χώρας είναι πολύ μακρύς.

Θ/R