Η ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΦΑΣΙΣΜΟΥ

Εκτύπωση

Η ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΦΑΣΙΣΜΟΥ

Οι πρόσφατες εξελίξεις στην Ελλάδα είναι πρωτόγνωρες τουλάχιστον για τις δύο παραγωγικές γενιές. Αν και έχουν περάσει σαράντα χρόνια από τη πτώση της χούντας και ενώ οι περισσότεροι είχαν πιστέψει πως ζητήματα φασιμού ή ναζισμού, δεν μπορούν να απασχολούν σοβαρά την ελληνική πολιτική σκηνή, τα πρόσφατα γεγονότα με την “Χρυσή Αυγή”, έρχονται να τους διαψεύσουν ολοκληρωτικά. Ο εφυσηχασμός που επικρατούσε στις κυβερνητικές πολιτικές δυνάμεις κατά τη διάρκεια της κρίσης ήταν όχι μόνο εκνευριστικός αλλά και επικίνδυνος. Μάλιστα δεν ήταν λίγοι αυτοί που καλοέβλεπαν και πολιτική συνεργασία με μια “σοβαρή” Χρυσή Αυγή στο άμεσο μέλλον. Ξαφνικά η δολοφονία Φύσσα άλλαξε τα δεδομένα και τις εκτιμήσεις. Ανακαλύφθηκε ότι τα πλοκάμια που είχε εκτείνει η οργάνωση αυτή είχαν φθάσει πολύ βαθιά στους κρατικούς κατασταλτικούς μηχανισμούς, σε μια μερίδα του επιχειρηματικού κόσμου και σε μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας ιδιαίτερα εκεί όπου απουσιάζει η γνώση και κυριαρχεί ο αποκλεισμός. Έστω και αργά οι συλλήψεις της ηγεσίας ήταν επιβεβλημένες γιατί μπορεί να μη εξαρθρώνουν το φαινόμενο αλλά οπωσδήποτε ανακόπτουν τη δυναμική του.

Το πολιτικό φαινόμενο του φασισμού ιστορικά είναι σύνθετο αλλά και ερνηνεύσιμο κοινωνιολογικά. Θα πρέπει ωστόσο να διακριθεί από τις φασιστικές συμπεριφορές. Το μεν πρώτο διακρίνεται από το ποσοτικό μέγεθος της απήχησης του στη κοινωνία, το πρόγραμμα του και τις μεθόδους που χρησιμοποιεί ενώ οι δεύτερες είναι κυρίως ψυχολογικά ιδιώματα του ατόμου που χαρακτηρίζονται από βιαιότητα, δογματισμό και μονολιθικότητα. Άτομα με ανάλογα στοιχεία στο χαρακτήρα τους είναι πολύ πιο εύκολο να ενταχθούν σε φασιστικές οργανώσεις ή κόμματα.

Εκείνο που μας ενδιαφέρει εδώ δεν είναι η μεμονομένη ατομική φασιστική συμπεριφορά, η οποία ενίοτε μπορεί να απαντηθεί και σε εκδημοκρατισμένα άτομα εντός του ιδιωτικού τους χώρου, αλλά το πολιτικό φαινόμενο του φασισμού στην Ελλάδα της κρίσης.

Αξιοσημείωτο μέρος του πληθυσμού, λόγω ελλειπούς μόρφωσης και εμπειριών ζωής μπορεί εύκολα να προσηλυτισθεί από ένα φασιστικό πολιτικό κάλεσμα. Αυτό γίνεται πολύ ευκολότερο μέσα σε συνθήκες οικονομικής και πολιτιστικής κρίσης. Ο εικοστός αιώνας παρέχει πολλά παραδείγματα απο την Ευρώπη όπου ο φασισμός αναπτύχθηκε τόσο ώστε να ασκήσει κρατική εξουσία και να καταγράψει αποτελέσματα καταστροφής. Ο φασισμός δεν είναι ένα αυτόνομο ιδελογικό κίνημα. Δεν διαθέτει ούτε πολιτική ούτε θεωρητική αυτονομία. Αντιδιαστέλλεται από τις στρατιωτικές δικτατορίες και τον βοναπαρτισμό. Είναι μία εκτροπή της καπιταλιστικής ισορροπίας. Ο Χορχάϊμερ έλεγε ότι αυτός που δεν θέλει να μιλάει για τον καπιταλισμό καλά θα κάνει να σωπαίνει και για τον φασισμό. Προκύπτει κυρίως ως αντίδραση σε πολιτικές κακοδιαχείρισης από πολιτικές δυνάμεις στα δεξιά αλλά και με άλλη μορφή στα αριστερά του φάσματος. Ως δυναμική διαμαρτυρία σε πολιτικές που υποβαθμίζουν την αξιοπρέπεια των κοινωνικών ομάδων και των ατόμων. Εμφανίζεται τότε που οι ισχύουσες πολιτικές ισορροπίες και ανισορροπίες δεν μπορούν να αυτορρυθμισθούν στα πλαίσια του υπάρχοντος πολιτικού συστήματος και των θεσμικών διακανονισμών. Για παράδειγμα η Γερμανία του μεσοπολέμου εστράφει προς τον Χίτλερ όταν οι σύμμαχοι επέβαλλαν ασφυκτικούς όρους πληρωμής των αποζημιώσεων από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Ο υπέρ πληθωρισμός και η μαζική φτώχεια του γερμανικού λαού ήταν οι πρωτόλειες αιτίες για την ανάδειξη του ναζιστικού φαινομένου. Αυτό το τελευταίο είναι μια παραλλαγή του φασισμού αλλά διαθέτουν και τα δύο την ίδια ουσία η όποια άλλωστε οδήγησε σε αγαστή συνεργασία. Πολλοί ιστορικοί αλλά και ο ίδιος ο Κέυνς πίστευαν ότι αν οι όροι των αποζημιώσεων που επεβλήθηκαν από τις συμμαχικές δυνάμεις, δεν ήταν τόσο εξουθενωτικοί ίσως ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος και τα εκατομμύρια των νεκρών να είχαν αποφευχθεί.

Στην Ελλάδα σήμερα η Χρυσή Αυγή είναι αποτέλεσμα των έκτακτων οικονομικών συνθηκών. Αν θα αναλυθεί το εκλογικό της δυναμικό, θα διαπιστωθεί ότι αυτό συνίσταται από τέσσερις κατηγορίες:

Οι τρεις πρώτες κατηγορίες, όπως είναι εύλογο, είναι αναστρέψιμες ως προς τα αποτελέσματα και συναρτώνται από την επίλυση των οικονομικών προβλημάτων. Το σύνολο των ψηφοφόρων που ανήκουν σ' αυτές τις κατηγορίες αποτελεί και τη συντριπτική πλειοψηφία των οπαδών της Χρυσής Αυγής. Οι ψηφοφόροι της τέταρτης κατηγορίας είναι αμελητέα μειοψηφία της εκλογικής βάσης χωρίς καμμία πολιτική σημαντικότητα.

Ο φασισμός όπως είναι γνωστό αντιτίθεται στον φιλελευθερισμό γιατί εκθειάζει την μονολιθικότητα του αυταρχικού κράτους, στηρίζεται στα μονοπωλιακά και κρατικομονοπωλιακά οικονομικά συγκροτήματα και απαγορεύει την πλουραλιστική έκφραση γνώμης και ποικιλόμορφης πολιτικής δράσης.


Η κοινωνία δέχεται πιέσεις εκφασισμού σε ορισμένες μόνο περιόδους και όχι πάντα. Στις περιόδους αυτές τα κυρίαρχα μπλόκ εξουσίας είτε στο πολιτικό είτε στο οικονομικό επίπεδο δεν είναι σε θέση πλέον να εξασφαλίσουν διαρκή χρήσιμα κοινωνικά αποτελέσματα. Διέρχονται δηλαδή από περίοδο δομικής ανισορροπίας. Πολλοί μπορεί να είναι οι λόγοι εμφάνισης καταστάσεων ανισορροπίας.

Οι λόγοι αυτοί είναι δυνατόν να προέρχονται από την υποβάθμιση της χώρας στις διεθνείς αγορές με σημαντικές επιπτώσεις στο οικονομικό αποτέλεσμα, μπορεί να προέρχονται από εσωτερικές αντιθέσεις των μερίδων του κεφαλαίου και το πολιτικό σύστημα διαχείρησης να είναι ανίκανο να εξασφαλίσει ισορροπία συμφερόντων και επίσης είναι δυνατόν να προέρχονται από κάθετες κοινωνικές συκρούσεις, δηλαδή συγκρούσεις τάξεων.

Για την αποκατάσταση αυτών των απειλητικών καταστάσεων χωρίς ισορροία, επιστρατεύονται είτε πολιτικές επιλογές στρατιωτικής δικτατορίας είτε αρχίζουν να αναπτύσσονται διαδικασίες εκφασισμού, διαδικασίες δηλαδή ιδιότυπων καθεστώτων στις οποίες απαντώνται ετερόδοξες κοινωνικές συμμαχίες, μεταξύ των μεγάλων ομίλων και των εξασθενισμένων κονωνικών μικροαστικών στρωμάτων.

Όσο οι κρίσεις, οικονομικές ή πολιτικές, βαθαίνουν τόσο και οι διαδικασίες εκφασισμού αναπτύσσονταιι.

Στην Ελλάδα οι διαδικασίες είχαν εκκινήσει από το 2006, τότε που το άρχον πολιτικό συγκρότημα εξουσίας εμφάνιζε προϊούσα ανικανότητα να διαχειρισθεί νεοφανείς καταστάσεις για την ελληνική κοινωνία. Οι μεγάλες ροές μεταναστών από την πρώην “ανατολική Ευρώπη” και την Ασία, η εισαγωγή του ενιαίου νομίσματος και οι ειδικές πολιτικές νομισματικής διαχείρησης που απαιτούσε και ο αθεμελίωτος φανατικός ανταγωνισμός που εξελίσσονταν μεταξύ των κομμάτων εξουσίας, οδήγησαν τη χώρα στα πρόθυρα της καταστροφής μέσω της χρεοκοπίας. Στη συνέχεια η επίθεση των εταίρων στις ελληνικές πολιτικές ελίτ και η επίθεση αυτών στον ελληνικό λαό για την ανεύρεση των εξοφλητικών κεφαλαίων στον αλόγιστο δανεισμό, επέφεραν όχι μόνο την βάρβαρη υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου αλλά και την ακαριαία αποδόμηση των θεσμών που στήριζαν την ισορροπία της προηγούμενης περιόδου. Το κενό που δημιουργήθηκε μεταξύ των “επάνω” και των “κάτω”, αυτό που ονομάζεται κρίση εμπιστοσύνης και νομιμοποίησης, εύκολα ενεργοποίησε μια διαδικασία απαιτήσεων που περιλάμβανε την τιμωρία των πολιτικών που οδήγησαν τη χώρα στην κακαστροφή, την εφαρμογή πολιτικής απαγόρευσης της μετανάστευσης που θα απάλλασσε τις αγορές εργασίας από το αθέμιτο βάρος και τη δραστική μείωση των οικονομικών και φορολογικών οριζόντιων επιβαρρύνσεων.

Οι δεξαμενές ψηφοφόρων των δύο μεγάλων κομμάτων άδειαζαν δραμματικά και ενισχύθηκαν τα κόμματα εκείνα που λίγο ή πολύ έγιναν φορείς μεταφοράς των παραπάνω λαϊκών αιτημάτων.

Η Χρυσή Αυγή προβάλλοντας δυναμικά δηλαδή βίαια, τα αιτήματα της εξόντωσης των μεταναστών καρπώθηκε την συμπάθεια όλων εκείνων που με τον ένα ή τον άλλον τρόπο, είδαν να εξοβελίζονται από τις θέσεις που κατείχαν στην εργασιακή κλίμακα για χρόνια. Μεσαίες και μικρομεσαίες επιχειρηματικές ομάδες που χρεοκόπησαν υπερδανειζόμενες, μισθωτοί που έχασαν την εργασία τους και αποκλείστηκαν κοινωνικά, άνεργοι νέοι, αδύναμοι και φοβισμένοι υπερήλικες από την αύξηση της εγκληματικότητας, άρχισαν να αναζητούν έναν δυναμικό, ατρόμητο και άφοβο προστάτη, που θα τους έδινε τουλάχιστον την ικανοποίηση της εκδίκησης. Πολλοί που γίνονταν άκριτα περισσότεροι, τον έβρισκαν στους φορείς των αγγελμάτων της “χρησής αυγής”. Και θα έλεγα πως όσο οι συνθήκες που παράγουν την καθολική κρίση στην Ελλάδα δεν αναστρέφονται τόσο και οι ψυφοφόροι της ακροδεξιάς θα αυξάνονται. Δεδομένου ότι ένα πολύ μεγάλο μέρος του ελληνικού πληθυσμού, περισσότετο από το μισό, δεν έχει ούτε την απαιτούμενη ενημέρωση ούτε την αναγκαία μόρφωση για να διαμορφώσει στρατηγικά κριτήρια πολιτικής επιλογής και κυρίως κριτήρια στάθμησης των συνεπειών της επιλογής αυτής, δηλαδή κριτήρια έλλογα, η “υπερδραστήρια” δράση του ακροδεξιού κόμματος εξασφάλιζε συσπειρώσεις με αύξουσα δυναμική γιατί ακριβώς ερέθιζε το θυμικό και το ένστιγκτο.

Βλέποντας τη δυναμική αυτή οι ακροδεξιοί μέθυσαν προτού ακόμα πιούν κρασί. Αλαζόνες, βίαιοι και σίγουροι για το ερχόμενο, δεν δίστασαν να δολοφονήσουν, να φιμώσουν και να εκβιάσουν τους αντιπάλους. Πολλύ ορθά η σημερινή κυβέρνηση αντέδρασε αποφασιστικά και αποτελεσματικά. Απομένει να στοιχειωθετηθούν βάσιμα οι κατηγορίες εναντίον των συλληφθέντων και να μη θεωρήσουν μερικοί από τους κρατούντες την όλη επιχείρηση αποκάλυψης των ακροδεξιών, ώς πολιτικό πλυντήριο των κακώς πεπραγμένων ούτε και ως άλλοθι για επιβολή πρόσθετων μέτρων λιτότητας.

Θάνος Πεδινός