humanact.gr

Νεοκλασικοί - Κευνσιανοί - Διρθρωτικοί - Νεοκλασικοί - Κευνσιανοί - Διρθρωτικοί

E-mail Εκτύπωση PDF
Ευρετήριο Άρθρου
Νεοκλασικοί - Κευνσιανοί - Διρθρωτικοί
Νεοκλασικοί - Κευνσιανοί - Διρθρωτικοί
Όλες οι Σελίδες

Η ανάπτυξη με αναδιάρθρωση, είναι στρατηγική αναπροσδιορισμού των κλαδικών και τομεακών σχέσεων του οικονομικού συνόλου τόσο μεταξύ τους όσο και με τη διεθνή οικονομία. Οι κλάδοι και οι τομείς της οικονομίας αναπτύσσουν σχέσεις εισροών – εκροών, που διαμορφώνουν ένα σφικτό πλέγμα αλληλεξάρτησης, αποδοτικότητας και ανταγωνιστικότητας, ικανό να ανταποκριθεί στις προκλήσεις της διεθνούς οικονομίας. Στην Ελλάδα αυτό το διακλαδικό, διατομεακό πλέγμα δεν υπάρχει. Έχει προ πολλού διαλυθεί. Απομονωμένοι κλάδοι ή επιχειρήσεις, πότε με υπερδανεισμό, πότε με έξοδο προς τις ξένες αγορές, προσπαθούν απεγνωσμένα, να διασώσουν τους ισολογισμούς τους και αν είναι δυνατόν και τις κερδοφορίες τους.

Η ανάπτυξη με αναδιάρθρωση, είναι ο επανακαθορισμός των σχέσεων μεταξύ των περιφερειών μιας χώρας. Γιατί οι πόροι μιας οικονομίας, ανθρώπινοι, κεφαλαιακοί, φυσικοί, είναι κατανεμημένοι γεωγραφικά και χωρικά. Η εκμετάλλευση τους συνεπώς, απαιτεί παραγωγική και επενδυτική δράση κατά τόπους, ώστε να δημιουργούνται ευκρινείς τοπικές / περεφερειακές εξειδικεύσεις παραγωγής, τα προϊόντα των οποίων ανταλλάσσονται μεταξύ τους, δημιουργώντας ένα ισχυρό πλέγμα διαπεριφερειακής αλληλεξάρτησης. Επαγωγικά, πάνω στη διαπεριφερειακή βάση στηρίζεται και η ισχύς της εθνικής οικονομίας.

Στη Ελλάδα, η διαπεριφερειακή αλληλεξάρτηση, όπως και η διακλαδική, είναι ανίσχυρη έως ανύπαρκτη. Πολλές περιφέρειες της χώρας από τη σκοπιά της οικονομικής αποδοτικότητας, είναι σχεδόν αόρατες. Πέντε περιφέρειες από τις δεκατρείς, είναι οι φτωχότερες από τις υπάρχουσες στην Ε. Ένωση. Πάνω από το μισό του εργατικού δυναμικού είναι κάτοχοι «τίτλου» πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και ένα οκτώ τοις εκατό περίπου του πληθυσμού είναι αναλφάβητο. Η απόλυτη κυριαρχία ενός κέντρου και ενός υποκέντρου, όχι μόνο είναι χαρακτηριστικά οικονομικής χωροθέτησης χωρών όπως η Κένυα, η Νιγηρία ή το Μεξικό, όχι μόνο απαξιώνουν τις υπαρκτές προϋποθέσεις μιας οικονομίας, αλλά και η «ανάπτυξη» αυτών των κεντρικών συσπειρώσεων, είναι χαώδης, απάνθρωπη και αντιπαραγωγική. Δημιουργούν το φαινόμενο του υπέρ κρατισμού και καταστρέφουν το κοινωνικό και πολιτισμικό κεφάλαιο. Καταστρέφουν τις ανθρώπινες σχέσεις και τα διαπροσωπικά δίκτυα, τη δημόσια υγεία, τους θεσμούς και το περιβάλλον, με αποτέλεσμα να αυξάνεται τερατωδώς το κοινωνικό κόστος και το κόστος των οικονομικών συναλλαγών. Αυτού του είδους η οικονομική «ανάπτυξη» επιπρόσθετα καταστρέφει και την κοινωνική ευημερία.

Αναμφισβήτητα, αυτές οι δομικές οικονομικές παθογένειες στην ελληνική κοινωνία είναι που πρέπει να αλλάξουν, αν θα θέλαμε να αντιμετωπίσουμε τη κρίση. Φυσικά δεν είναι εύκολο, φυσικά έχουμε αργήσει, φυσικά θα πάρουν χρόνο, αλλά πρέπει οι Έλληνες να το αποφασίσουμε.

Ο «Καλλικράτης» είναι ένα πρώτο βήμα, δειλό αλλά πρώτο. Δυστυχώς οι συνθήκες κρίσης δεν ευνοούν τη πλήρη εφαρμογή του. Αποκεντρώνει λειτουργίες και ευθύνες στις περιφέρειες αλλά δυστυχώς το περιφερειακό δυναμικό δεν είναι έτοιμο να ανταποκριθεί. Δεν υπάρχουν οι κατάλληλοι οικονομικοί θεσμοί στην περιφέρεια ώστε να αξιοποιηθεί το λανθάνον αναπτυξιακό φορτίο. Και χωρίς θεσμούς και τεχνογνωσία, οι άνθρωποι δεν μπορούν να λειτουργήσουν. Όπως και οι θεσμοί χωρίς τους ενημερωμένους ανθρώπους.

Ένα σχέδιο ανάπτυξης με αναδιάρθρωση, οφείλει να υπονομεύσει τον υπέρ διογκωμένο οικονομικό ρόλο της Αττικής. Οφείλει να επαναφέρει τη διάταξη της περιφερειακής συμμετρίας και της αναλογικής συμμετοχής στη παραγωγή του Εθνικού προϊόντος. Υπάρχουν φυσικοί πόροι σε πολλές περιφέρειες της χώρας που παραμένουν ανεκμετάλλευτοι λόγω έλλειψης σχεδίου, τεχνογνωσίας και επιστημονικού δυναμικού. Για παράδειγμα στη περιφέρεια Αν. Μακεδονίας και Θράκης, μεγάλα γεωθερμικά πεδία αλλά και κοιτάσματα πετρελαίου, παραμένουν αδρανή, χωρίς αξιοποίηση, όπως και στη περιφέρεια των Ιόνιων Νησιών. Οι απέραντες εκτάσεις της Θεσσαλίας θα μπορούσαν να εξειδικευθούν σε νέες καλλιέργειες βιοδιατροφής και βιομηχανικών φυτών. Τα μαύρα μούρα αποτελούν ένα άλλο παράδειγμα, η ζήτηση των οποίων παγκοσμίως βρίσκεται σε πολύ υψηλά επίπεδα, λόγω της θρεπτικής τους αξίας αφ’ ενός αλλά και των εφαρμογών στη κοσμετολογία. Ήδη στη Νότιο Κορέα, θεωρείται καλλιέργεια αιχμής αυτή τη περίοδο. Για να αποκτήσει όμως οικονομική και παραγωγική εξειδίκευση μια περιφέρεια απαιτείται, έρευνα, μελέτη και αναπτυξιακός σχεδιασμός. Απαιτείται κατάλληλο θεσμικό πλέγμα ενίσχυσης και προβολής των περιφερειακών ταυτοτήτων όχι μόνο σε εθνικό αλλά και παγκόσμιο επίπεδο. Ζώνες ελεύθερου εμπορίου, διασυνοριακή συνεργασία, τεχνολογικά πάρκα, κλπ.

Πάνω απ’ όλα χρειάζεται όμως να ληφθούν γενναίες πολιτικές αποφάσεις. Τι θα γίνει ας πούμε με τους βιομηχανικούς κλάδους που όχι μόνο είναι γερασμένοι αλλά και ζημιογόνοι; Όπως η κλωστοϋφαντουργία, ή το έτοιμο ένδυμα, ή ο κλάδος της υπόδησης. Θα συνεχίσει ο κρατικός προϋπολογισμός, δηλαδή οι φορολογούμενοι, να τους επιδοτεί ή θα συμβάλλει στον εξαφανισμό τους, όπως έκανε στο παρελθόν, η Γερμανία, και η Ιαπωνία; Αν περιδιαβεί κανείς τις ΒΙΠΕ, (βιομηχανικές περιοχές) ανά την Ελλάδα εκείνο που θα δει, είναι εγκαταλελειμμένα κτιριακά κελύφη χωρίς παραγωγή και εξοπλισμό. Αν συγκρίνεις την ελληνική διψήφια κλαδική κατάταξη με εκείνη της Γερμανίας ή της Ιαπωνίας ή και της Ισπανίας ακόμα, θα δεις πως οι περισσότεροι βιομηχανικοί κλάδοι στην Ελλάδα δεν υπάρχουν στις χώρες αυτές. Υπήρχαν πριν από 35 – 40 χρόνια, αλλά η παγκόσμια βιομηχανική αναδιάρθρωση και η τεχνολογική πρόοδος, τους μετέφερε στις αναδυόμενες χώρες του τότε Τρίτου Κόσμου. Οι ίδιες εξειδικεύθηκαν, μέσω οργανωμένων αναπτυξιακών συγκροτημάτων, σε τομείς υψηλής τεχνολογίας και τεχνογνωσίας. Δορυφόροι, μηχανές αεροσκαφών, υπέρ υπολογιστές, ημιαγωγοί, αυτοκίνητα, φορτηγά πλοία, βιντεοκάμερες, βιοτεχνολογία, κλπ. Η Ιαπωνία μέσω των keiretsu, δηλαδή ισχυρών πλεγμάτων τραπεζών και ηγετικών βιομηχανιών, η Γερμανία μέσω αλληλοτροφοδοτούμενων δικτύων τραπεζών, βιομηχανιών και πανεπιστημίων, η Ν. Κορέα μέσω ανάλογων οργανώσεων, τα αποκαλούμενα choeboll, οι ΗΠΑ, μέσω της προστασίας των πολυεθνικών τους εταιριών και των χειρισμών του αποθεματικού τους νομίσματος, και ούτω καθ’ εξής.

Τι θα γίνει με τις 52 ΔΕΚΟ, που δεσμεύουν αντιπαραγωγικά ανθρώπινους πόρους και επιβαρύνουν και αυτές το κρατικό προϋπολογισμό; Τι θα γίνει με τη κλίμακα των επαγγελματικών εξειδικεύσεων που συνδέεται με το εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο παράγει υπερπροσφορά κορεσμένων επαγγελμάτων, όπως γιατροί και δικηγόροι και υποπαράγει τεχνικά επαγγέλματα μέσης και υψηλής κλίμακας, όπως μηχανικοί, ηλεκτρονικοί, βιοτεχικοί, μηχανικοί πετρελαίου και ενεργειακών πόρων, και διεθνείς χρηματοοικονομολόγους; Όλα αυτά και πολλά ακόμα, οφείλουν να απαντηθούν από ένα ιεραρχημένο και ρεαλιστικό αναπτυξιακό σχέδιο, το οποίο θα λαμβάνει υπ’ όψιν τα διαθέσιμα και τα σκοπούμενα.

 

Αναπτυξιακοί πόλοι και αναπτυξιακά τόξα

 

Για την Ελλάδα ο καταλληλότερος τύπος αναπτυξιακού προτύπου είναι αυτός των ιεραρχημένων περιφερειακών πόλων. Είναι συγκεντρώσεις, βιομηχανικών ή χρηματοοικονομικών ή ενεργειακών οικονομικών δραστηριοτήτων, ανάλογα με την εξειδίκευση της περιφέρειας, με κάθετη και οριζόντια ιεραρχική δομή, που εξασφαλίζουν τη διαπεριφερειακή ανάπτυξη. Δεδομένου ότι η ελληνική οικονομική γεωγραφία είναι ανομοιογενής με υψηλό βαθμό ποικιλίας, οι συνθήκες είναι ευνοϊκές για παραγωγική διαφοροποίηση με διεθνή ανταγωνιστικότητα. Η νησιωτική Ελλάδα, η πεδινή Ελλάδα, η ορεινή Ελλάδα, η αστική Ελλάδα, και οι θαυμάσιες κλιματικές συνθήκες, αποτελούν μοναδικά και αξιοζήλευτα πλεονεκτήματα για κάθε άλλη χώρα. Αντίστοιχα, κάθετες περιφερειακές εξειδικεύσεις μπορούν να δομηθούν πάνω στις οριζόντιες δομές του τουρισμού, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών, ικανές να προσεταιριστούν τόσο εθνικές όσο και διεθνείς επενδύσεις. Αρκεί να υποδειχθεί ένα σταθερό σύστημα αναπτυξιακού προσανατολισμού και ένα σταθερό πλαίσιο φορολογικών και εργασιακών κανόνων.

Με κριτήρια την οικονομική γεωγραφία ή την περιφερειακή εξειδίκευση, μπορούν να σχεδιαστούν, να εφαρμοστούν και να λειτουργήσουν, τέσσερα μεγάλα αναπτυξιακά τόξα, που θα ενθαρρύνουν τις διαδικασίες της ενδογενούς ολοκλήρωσης και θα συνδέουν την εθνική οικονομία με τη διεθνή. Το πρώτο είναι το εγκάρσιο ηπειρωτικό τόξο που θα «ράβει» αναπτυξιακά τις περιοχές από την Κόρινθο έως τη Χαλκιδική, με επίκεντρο μεταφορών τη ΠΑΘΕ, τα μεγάλα λιμάνια, και τις παραγωγικές χωροθετήσεις, το δεύτερο είναι το νησιωτικό τόξο, που θα αξιοποιεί κάθε πραγματική και εφικτή αναπτυξιακή δυνατότητα, το τρίτο είναι το δυτικό τόξο που θα συνδέει το Πύργο και τα Ιωάννινα μέσω της Εγνατίας και τη Δ. Ευρώπη και τέλος το βόρειο ανατολικό τόξο ανάπτυξης, που θα εκτείνεται από τη Φλώρινα έως την Αλεξ/πολη και θα συνδέει τη χώρα με τη Βαλκανική. Για να λειτουργήσουν αυτού του είδους οι στρατηγικές ανάπτυξης, θα πρέπει να ολοκληρωθούν οι αναγκαίες υποδομές, όλων των τύπων των μεταφορών, της περιφερειακής εξειδίκευσης και της αναβάθμισης των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού. Φανταστείτε πως αν είχαμε εκπονήσει τέτοιου είδους στρατηγικές ανάπτυξης, πόσο διαφορετικά θα μας αντιμετώπιζαν οι Κινέζοι, για παράδειγμα, ή ακόμα και οι ίδιοι οι εταίροι μας στην Ε. Ένωση. Είναι ένα είδος μεγαλογραφίας των ολυμπιακών σχεδίων αλλά στο εθνικό επίπεδο της οικονομίας. Τα παραδείγματα της Μποκοτά και της Βαρκελώνης είναι πρότυπα μελέτης (best practices) και εφαρμογής.

Φυσικά και είναι αναγκαία η μείωση του ελλείμματος, η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, και ό,τι άλλο αποσπασματικά ακούγεται, αλλά ενταγμένο μέσα στις γενικές και ειδικές στρατηγικές ανάπτυξης θα έπαιρνε και το πραγματικό του νόημα.

Η δυτική και ασιατική βιβλιογραφία είναι πολύ πλούσια πάνω σ’ αυτά τα θέματα, τόσο εμπειρικά όσο και θεωρητικά. Και είναι έτσι γιατί πριν εφαρμόσουμε κάτι αποτελεσματικά, εμείς οι άνθρωποι, πρέπει να το ψάξουμε εξονυχιστικά.

Δεν είναι η πρώτη φορά που γράφονται τέτοιου είδους προβληματισμοί. Ολοκληρωμένες μελέτες για διατηρήσιμη διαπεριφερειακή ανάπτυξη είχαν προταθεί και στο παρελθόν, το 2002 συγκεκριμένα, αλλά η τότε νοοτροπία του «κυβερνητισμού», τις είχε απορρίψει μετ’ επαίνων. Είθε η σημερινή πολιτική ηγεσία να αντιληφθεί πως οι συνθήκες δεν παρέχουν τη πολυτέλεια της ολιγωρίας. Άλλωστε η απορρόφηση των κονδυλίων του ΕΣΠΑ, είναι χαμηλή γιατί στηρίζεται σε περιγραφικούς καταλόγους αιτημάτων χρηματοδότησης και όχι σε ολοκληρωμένες πολιτικές που προωθούν συνεκτικά πλαίσια περιφερειακών εξειδικεύσεων.

 

Κουρματζής Θανάσης

Οικονομολόγος / Στατιστικός/ Μελετητής

(τελευταίο βιβλίο: Η γεωπολιτική των Πετρελαίων – η Διεθνής οικονομία και οι κρίσεις)

CEO Κέντρο Μελετών των Οικονομικών κρίσεων και της Διεθνούς Ασφάλειας.

 

ΥΓ. Το άρθρο είχε ολοκληρωθεί όταν είδε το φως της δημοσιότητας η αναπτυξιακή μελέτη της Alpha Bank, η οποία αν και δεν ιχνηλατεί τον παρά πάνω προβληματισμό εξυπηρετεί ωστόσο τους ίδιους στόχους.

 

Βιβλιογραφία :

-Robert Giplin: Παγκόσμια πολιτική οικονομία

-Robert Giplin: Η πρόκληση του παγκόσμιου καπιταλισμού

-Παγκοσμιοποίηση και αναπτυξιακό σπιράλ στην Ελλάδα- Ινστιτούτο Στρ. και Αναπτυξιακών Μελετών –Α-Π

 

 

 



Dedicated Cloud Hosting for your business with Joomla ready to go. Launch your online home with CloudAccess.net.